Τριβές ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους θεσμούς συνεχίζουν να προκαλούν τα νέα όρια προστασίας της πρώτης κατοικίας και το ύψος των αυξήσεων στον κατώτατο μισθό.
Πηγή με γνώση των συζητήσεων περιγράφει αυτά τα δύο κεφάλαια ως τα σημαντικότερα μέτωπα της τρέχουσας διαπραγμάτευσης, η οποία παρ’ ότι ολοκληρώνεται σήμερα στην Αθήνα, δεν κλείνει. Οπως έχουν γράψει «ΤΑ ΝΕΑ», τα μεταμνημονιακά προαπαιτούμενα θα επιχειρηθεί να καλυφθούν έως και το παρά πέντε της σύνταξης της έκθεσης αξιολόγησης της Κομισιόν. Προκειμένου να μην προστεθούν άλλωστε νέες εστίες τριβών, η κυβέρνηση αποφάσισε να καθυστερήσει τη ρύθμιση των 120 δόσεων στην Εφορία (μετά τις 11 Μαρτίου) αλλά αντίθετα σχεδιάζει να νομοθετήσει εντός Φεβρουαρίου τη ρύθμιση των 120 δόσεων για χρέη προς τα ασφαλιστικά ταμεία.
Η ρύθμιση για τα χρέη στα ασφαλιστικά ταμεία βρίσκεται δεύτερη στη λίστα των θετικών μέτρων που προετοιμάζει η κυβέρνηση στην τελική ευθεία προς τις κάλπες, μετά την αύξηση του κατώτατου μισθού. Την ίδια ώρα όμως ένα τρίτο «καλό χαρτί» κινδυνεύει να γυρίσει μπούμερανγκ. Πρόκειται για το διάδοχο σχήμα του νόμου Κατσέλη, το οποίο συνδέεται ευθέως με το μεγαλύτερο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, τα κόκκινα τραπεζικά δάνεια. Κυβέρνηση, τράπεζες και δανειστές δεν τα βρίσκουν στα όρια εμπορικής αξίας της πρώτης κατοικίας η οποία θα «προστατεύεται», με τους δανειστές και τις τράπεζες να πιέζουν στο όριο ή και κάτω από τα 100.000 ευρώ και η κυβέρνηση να επιδιώκει όσο το δυνατόν μικρότερη «έκπτωση» του ισχύοντος ανώτατου ορίου των 280.000 ευρώ.
Μικρή παράταση. Στις 15 Φεβρουαρίου έχει συμφωνηθεί να αποσταλεί στους θεσμούς το νομοσχέδιο για το νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας με συμπληρωμένα και τα «κουτάκια» των ορίων τόσο για υπαγωγή στις νέες διατάξεις όσο και για τη χορήγηση επιδόματος στέγασης. Το σενάριο της παράτασης των ισχυουσών διατάξεων του νόμου Κατσέλη, πέραν της 28ης Φεβρουαρίου όλες οι πλευρές υποστηρίζουν πως θέλουν να αποφύγουν. Κάθε άλλο όμως παρά μπορεί να αποκλειστεί.
Στο θέμα του κατώτατου μισθού, στο ιδανικό σενάριο των θεσμών οι αυξήσεις – εάν υπήρχαν – θα έπρεπε να είναι σαφώς χαμηλότερες του 5%. Μια ανεκτή αύξηση για τα δεδομένα της οικονομίας υπολογίζεται στη ζώνη 2%-3%. Η κυβέρνηση έχει βάλει στο τραπέζι την πρόταση αυξήσεων μεταξύ 5% και 10% και αναμένεται την ερχόμενη εβδομάδα να υπογραφεί η σχετική υπουργική απόφαση με αυξήσεις πιο κοντά στο 10% παρά στο 5%.
Δεν θα μπλοκάρουν. Στο συγκεκριμένο ζήτημα οι δανειστές δεν μπορούν να μπλοκάρουν τις αυξήσεις. Κομισιόν και ΔΝΤ όμως έχουν τη δυνατότητα, εάν κρίνουν πως κινούνται με γνώμονα ψηφοθηρικό, κόντρα στις αντοχές της οικονομίας, να επισημάνουν τους κινδύνους στις εκθέσεις τους στο τέλος Φεβρουαρίου και η Ελλάδα απειλείται να πληρώσει το τίμημα ενδεχόμενων σκληρών διατυπώσεων στις αγορές. Εξαιτίας των αυξήσεων στον κατώτατο μισθό εκτιμάται αρμοδίως στο εσωτερικό πως δεν κινδυνεύει η δόση των 644 εκατ. ευρώ.
Αντίθετα, οι καθυστερήσεις στις ιδιωτικοποιήσεις και στο χρονοδιάγραμμα εξόφλησης των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου καθώς και στον διορισμό γενικών γραμματέων στο Δημόσιο θα μπορούσαν να εγείρουν εμπόδια τα οποία σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές δεν θα ανακύψουν δεδομένου ότι οι καθυστερήσεις θα καλυφθούν.
Και κόκκινη κάρτα για τις καθυστερήσις στην Εγνατία
Αυστηρές συστάσεις για τη μη υλοποίηση των κυβερνητικών δεσμεύσεων και συγκεκριμένα από την πλευρά του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών για τη δρομολόγηση της παραχώρησης της Εγνατίας Οδού αναμένεται να καταγραφούν στη δεύτερη μεταμνημονιακή έκθεση αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας.
Σχετικά μηνύματα δυσφορίας, όπως αναφέρουν πηγές, έλαβε χθες ο αρμόδιος υπουργός Χρήστος Σπίρτζης κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τους επικεφαλής των θεσμών. Σύμφωνα με παράγοντες που είναι σε θέση να γνωρίζουν τις συνομιλίες, οι δανειστές προχώρησαν σε παρατηρήσεις αναφορικά με την καθυστέρηση της έκδοσης κοινής υπουργικής απόφασης για την αδειοδότηση της λειτουργίας δύο νέων διοδίων που έχουν κατασκευαστεί στην Ασπροβάλτα και το Ωραιόκαστρο. Ο κ. Σπίρτζης είναι ο μόνος υπουργός που δεν έχει υπογράψει την απόφαση. Οι θεσμοί επίσης υπογράμμισαν τις καθυστερήσεις στην κατασκευή και των νέων σταθμών διοδίων (20 πλευρικά και 18 μετωπικά), ενώ ενστάσεις εξέφρασαν αναφορικά και με τα αποθεματικά της Εγνατίας Οδού, ύψους περί τα 190 εκατ. ευρώ, τα οποία δεν διατίθενται για τη συντήρηση του δρόμου.