Ανέβηκε στο βήμα και ξεκίνησε να μιλά εκτός χειρογράφου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε να αρχίσει την ομιλία του με μια επίθεση σε Πάνο Καμμένο και Αλέξη Τσίπρα στιγματίζοντας τον τρόπο με τον οποίο πήραν το πολιτικό τους διαζύγιο. Η μητσοτακική παρέμβαση, ωστόσο, ήταν πιστή στο σκεπτικό της προαποφασισμένης χθεσινής τοποθέτησης του γαλάζιου αρχηγού: Πώς, δηλαδή, η κυβέρνηση «κουρελιάζει την πολιτική ζωή με μεθοδεύσεις και παζάρια» και «για μερικούς μήνες εξουσίας» γυρνά «τη χώρα πολλά χρόνια πίσω».

Αν, λοιπόν, φανερώνει κάτι η εμμονή του ΣΥΡΙΖΑ με το Μακεδονικό, αλλά και η συζήτηση που διεξάγεται στο Κοινοβούλιο στην ανάλυση του αρχηγού της ΝΔ αυτό είναι ο πολιτικός κυνισμός της κυβερνώσας Αριστεράς. «Ο ΣΥΡΙΖΑ την ώρα που καταρρέει», είπε, «επιμένει στην καταστροφική του αποστολή. Και μετά το οικονομικό ναυάγιο και την κοινωνική διάλυση, οδηγεί την Ελλάδα και σε μία εθνική περιπέτεια διαρκείας. Αγνοεί τις πατριωτικές ευαισθησίες εκατομμυρίων Ελλήνων. Εγκαταλείπει μια σταθερή εξωτερική πολιτική δεκαετιών. Χρησιμοποιεί το εθνικό θέμα ως εργαλείο εξυπηρέτησης μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων και, προκειμένου να πετύχει τον στόχο του, εξαγοράζει ακόμη και συνειδήσεις βουλευτών». Ο Κυριάκος Μητσοτάκης χαρακτήρισε τη Συμφωνία «εθνική ήττα που προσβάλλει τους αγώνες και την ιστορία της Ελλάδας», αναλύοντας τους λόγους για τους οποίους προέβη στον χαρακτηρισμό. Δεν έμεινε μόνο στα γνωστά περί μακεδονικής γλώσσας και ταυτότητας. Τόνισε ιδιαίτερα κι εκείνο που δυο μέρες τώρα καταγγέλλει η ΝΔ: Οτι «οι ελληνικές δεσμεύσεις αναλαμβάνονται “εδώ και τώρα”, ενώ οι σκοπιανές αναμένονται “αλλού και κάποτε”».

Η «είδηση» που βγήκε απ’ όσα είπε, πάντως, ήταν πως αν εκλεγεί πρωθυπουργός η Ελλάδα ανά πάσα στιγμή θα μπορεί να βάλει βέτο στην ένταξη των Σκοπίων στην ΕΕ.  Γιατί κατά την ερμηνεία του η ένταξή τους στην Ενωση δεν σχετίζεται με τη Συμφωνία των Πρεσπών.

Ο Μητσοτάκης απηύθυνε και κάλεσμα σε όλα τα μέλη της εθνικής αντιπροσωπείας να αναλάβουν τις ευθύνες τους, επισημαίνοντας πως αν κυρωθεί η Συμφωνία δεν θα μπορεί να ακυρωθεί. «Το Διεθνές Δίκαιο καθιστά δυσμετάβλητη κάθε τροποποίησή της. Και τυχόν παραβίασή της μπορεί να σημάνει διεθνή απομόνωση και Διεθνές Δικαστήριο για τη χώρα μας» υπογράμμισε.