Αθήνα, Ιανουάριος του 1949. Μέσα στο καταχείμωνο του Εμφυλίου, με ορθάνοιχτες ακόμη τις πληγές της πόλης, οι κάτοικοι προσπαθούν να ακολουθήσουν τον βηματισμό μιας νέας ζωής που δεν θα μπορούσε και δεν θα έπρεπε να είναι απλώς η συνέχεια αυτής που άφησαν πίσω πριν από δέκα χρόνια. Μέσα σε αυτό το κλίμα, ένας 24χρονος, τότε, μουσικός, ο Μάνος Χατζιδάκις, δίνει μια διάλεξη στο κατάμεστο Θέατρο Τέχνης. Ξεκαθαρίζει με τις πρώτες λέξεις του ότι δεν πρόκειται να πει σοφές κουβέντες. «Θα προσπαθήσω όμως να σας μεταδώσω αυτό που με κάνει να ζω και να βλέπω την αξία τού μέχρι σήμερα περιφρονημένου λαϊκού σκοπού της πόλης». Μιλάει για το ρεμπέτικο τραγούδι, είδος που ακόμη και ο ίδιος πριν από μερικά χρόνια ομολογεί ότι θεωρούσε αγοραίο, φτηνό και χυδαίο. Αποψη που κυριαρχούσε στην «επίσημη» τάξη και τους διανοουμένους, αλλά όχι μόνο. Ο Τίτος Πατρίκιος, 20χρονος τότε, θυμάται ότι είχε πάει σε εκείνη τη διάλεξη με μια έντονη αίσθηση παραβατικότητας, αφού το ρεμπέτικο ήταν απαγορευμένο και από το ΚΚΕ. «Με τις μαντολινάτες που είχαμε στον Αϊ-Στράτη δεν παίζαμε ποτέ ρεμπέτικα».
Ο Χατζιδάκις συνεχίζει. Και μιλάει για μια παγωμένη νύχτα της Κατοχής όταν ένας φίλος του τού εξηγούσε την εμμονή στη διάθεση φυγής που κρατούν οι τέσσερις νότες τού «Θα πάω εκεί στην Αραπιά». Και για μια άλλη νύχτα καλοκαιρινή, όταν ο ίδιος φίλος του μιλούσε για τον ανικανοποίητο ερωτισμό που έπνιγε την ατμόσφαιρα και αποτυπωνόταν σε μια «ρεμπέτικη κραυγή». Τον στίχο «Κουράστηκα για να σε αποκτήσω αρχόντισσά μου μάγισσα τρανή». Αναφέρεται στη στοιβαγμένη ζωτικότητα και ωραιότητα του ελληνικού λαού που σπάει τα μούτρα της στις σκληρές συνθήκες της εποχής. «Η ζωτικότητα καίγεται, η ψυχικότητα αρρωσταίνει, η ωραιότητα παραμένει. Αυτό είναι το ρεμπέτικο και από εδώ πηγάζει η θεματολογία του». Και το παρομοιάζει, ως προς τη συνύπαρξη μουσικής, λόγου και κίνησης, με την αρχαία τραγωδία. Σε λίγο, ανεβάζει στη σκηνή τον Βαμβακάρη και την Μπέλου. Και ακούγονται οι πρώτες νότες της «Φραγκοσυριανής».
Από τότε το ρεμπέτικο τραγουδήθηκε από όλους, δημιούργησε μόδες και μουσικές «σχολές», συντήρησε καλλιτέχνες, ενίοτε κακοποιήθηκε. Ωστόσο, 70 χρόνια ύστερα από εκείνη την ιστορική διάλεξη, μεθαύριο Δευτέρα, στις 9.30 το βράδυ, γίνεται επετειακή εκδήλωση από το Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν, σε συνεργασία με το Κέντρο Ελληνικής Μουσικής Φοίβος Ανωγειανάκης, στο Υπόγειο της Πεσμαζόγλου. Την επιμέλεια έχει ο Λάμπρος Λιάβας, ο Θοδωρής Οικονόμου θα παίξει αποσπάσματα από τι «Εξι λαϊκές ζωγραφιές» του Χαζιδάκι, θα τραγουδήσει ο Στέλιος Βαμβακάρης, θα παίξει κιθάρα ο Γιάννος Περλέγκας. Η είσοδος είναι ελεύθερη με δελτία που θα μοιραστούν μία ώρα πριν στο ταμείο.
Με το πατίνι στην πόλη
Από την περασμένη Δευτέρα μπορείτε πλέον να κυκλοφορήσετε στην πόλη, από τις 8 το πρωί μέχρι τις 9 το βράδυ, και με πατίνι. Η εταιρεία Lime, σε συνεργασία με τον Δήμο Αθηναίων, διαθέτει αυτά τα ηλεκτρικά πατίνια που έχουν σύστημα GPS, ασύρματη τεχνολογία και αυτόματο κλείδωμα. Πώς μπορεί να τα βρει και να τα χρησιμοποιήσει κάποιος; Θα κατεβάσει στο κινητό του την εφαρμογή της εταιρείας και, μέσω αυτής θα εντοπίσει το διαθέσιμο πατίνι που βρίσκεται πιο κοντά. Το ξεκλείδωμα κοστίζει ένα ευρώ και κάθε λεπτό διαδρομής 0,15 ευρώ. Μορεί να αναπτύξει ταχύτητα μέχρι 25 χιλιόμετρα την ώρα. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένα σημεία στάθμευσης, έτσι μετά τη χρήση μπορεί να το αφήσει όπου θέλει. Το βράδυ η εταιρεία τα εντοπίζει για να τα επαναφορτίσει. Δεν χρειάζονται ειδικά παπούτσια, αλλά οι δωδεκάποντες γόβες – στιλέτο καλύτερα να αποφεύγονται.
Στον δρόμο
Τη φωτογραφία την αλίευσα από φίλο στα σόσιαλ μίντια αλλά πρόκειται για ένα πλάνο που πολύ συχνά πέφτουμε επάνω του σε πολλά σημεία της πόλης (το συγκεκριμένο είναι σε κάποια από τις εισόδους της Πλάκας). Το τι έχει προηγηθεί μπορεί εύκολα να το φανταστεί κάποιος ακόμη και να σκαρώσει, με το πλάνο ως αφορμή, ιστορίες αστικής καθημερινότητας. Μια μετακόμιση; Ενας χωρισμός; Ενας ηλικιωμένος που αποχαιρέτησε και οι δικοί άδειασαν το σπίτι από τα «κομμάτια» της ζωής του; Το αποτέλεσμα είναι μια γωνιά μπλοκαρισμένη από τα απομεινάρια της οικοσκευής, ενώ δίπλα υπάρχει ένας μεγάλος κάδος. Ωστόσο, μέσα σε αυτούς τους σωρούς υπάρχουν έπιπλα, αντικείμενα και σκεύη σε σχετικά καλή κατάσταση. Που μπορεί να είναι χρήσιμα σε κάποιους συνανθρώπους μας. Υπάρχει υπηρεσία της Δημοτικής Αστυνομίας με την οποία μπορεί να επικοινωνήσει κάποιος ώστε να συλλέξει όλα αυτά που εγώ χαρακτηρίζω «απομεινάρια μιας ζωής». Μήπως όμως, μήπως λέω, θα ήταν μια ιδέα αυτά τα αντικείμενα να συλλέγονται σε έναν χώρο στον οποίον θα έχουν πρόσβαση οι πολίτες; Και όχι μόνο λόγω ένδειας. Εχω φίλους καλλιτέχνες οι οποίοι, από τέτοια «σκουπίδια» έχουν ανασύρει αντικείμενα που με αυτά ως βάση δημιούργησαν αριστουργήματα.
Κατερίνα Πολέμη, συνθέτρια
Τι μου αρέσει, τι δεν μου αρέσει στην Αθήνα
Μου αρέσει η παράδοξη γεωγραφία αυτής της πόλης, η γεμάτη αντιθέσεις και ανισορροπίες που, ωστόσο, μπορούν να με ισορροπούν. Ο ανοιχτός της ορίζοντας, το ότι, έτσι όπως περπατάς αφηρημένα, γυρίζεις το κεφάλι σου και βλέπεις την Ακρόπολη από μια γωνία που δεν την είχες φανταστεί. Μου αρέσει η εύκολη πρόσβαση στη θάλασσα, τα πολλά λιμάνια της Αττικής, η αίσθηση ελευθερίας που σου δίνει το συνεχές πηγαινέλα των πλοίων. Αυτό ακριβώς το ασυντόνιστο είναι που με συντονίζει, δίνει χώρο στην ψυχή μου, ενέργεια στο σώμα μου, προσανατολισμό στα αισθήματά μου. Τώρα πώς γίνεται μέσα σε αυτό το περιβάλλον να κυκλοφορεί τόση επιθετικότητα, να έχουν οι άνθρωποι τόσο εριστικό βλέμμα είναι κάτι που ούτε το καταλαβαίνω ούτε μπορώ να το διαχειριστώ. Λίγο να κοιτάξω όμως κάποιους «παλιούς» Ελληνες και τα τοπία της πόλης, ισορροπώ ξανά.