Ακούω και διαβάζω για την οικονομική διείσδυση της Ελλάδας στη Βόρεια Μακεδονία (πλέον) και στο πώς θα αποτελέσει – μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια – τον βασικό πολιορκητικό κριό της χώρας μας στη γείτονα. Κι αναρωτιέμαι αν όλοι όσοι υποστηρίζουν τα παραπάνω ζουν απλώς ακόμα στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας ή δεν αντιλαμβάνονται τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί (και) σε αυτό το μέτωπο κατά τα χρόνια της ελληνικής κρίσης.
Κάποιος λοιπόν να τους ενημερώσει ότι στην πραγματικότητα ο «ελληνικός παράγων» έχει σημάνει κανονική ισπανική υποχώρηση από τα Σκόπια εδώ και κάμποσο καιρό. Κι αυτή η υποχώρηση βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη, δυστυχώς. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, που απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Εκτός κι αν ζουν ανάμεσά μας τόσο και τόσοι αφελείς, που πιστεύουν ότι οι «επιδρομές» του Σαββατοκύριακου στα καζίνα της Γευγελής αποτελούν από μόνες τους απόδειξη της ελληνικής… υπεροχής.
Προς άρση παρεξηγήσεων λοιπόν, να ενημερώσουμε ότι η υποτιθέμενη ατμομηχανή της ελληνικής διείσδυσης στη γειτονική χώρα, και εν προκειμένω ο τραπεζικός κλάδος, έχει σβήσει προ πολλού. Στην πραγματικότητα υπάρχουν μια – δυο εξαιρέσεις ακόμα, οι οποίες – ακόμα και αν δεν υποστηρίξει κανείς ότι μετρούν κι αυτές αντίστροφα – δεν φτάνουν σε καμία περίπτωση για να φέρουν εις πέρας το μεγαλεπήβολο σχέδιο της οικονομικής επιβολής στα βόρεια σύνορά μας. Μπορεί πριν από δέκα χρόνια, σχεδόν σε κάθε γωνία του κέντρου των Σκοπίων να συναντούσε κάποιος υποκατάστημα ελληνικής θυγατρικής τράπεζας εκεί, σήμερα όμως το είδος έχει εξαφανιστεί.
Ακόμα χειρότερα; Λειτουργώντας δαρβινικά, οι Τούρκοι έσπευσαν να καλύψουν αυτό το κενό. Σήμερα η Τουρκία είναι η μόνη ξένη χώρα που εξακολουθεί να επενδύει στον χρηματοπιστωτικό κλάδο της γείτονος, ελέγχοντας έτσι την οικονομική της ζωή σχεδόν στο σύνολό της. Τα Σκόπια εξελίσσονται κατ’ αυτόν τον τρόπο σε ένα από τα πιο κομβικά κομμάτια του τόξου που αργά αλλά σταθερά δημιουργείται στα βόρεια σύνορά μας, ξεκινώντας από τη Νότια Βουλγαρία και φτάνοντας ώς τη Βορειοδυτική Αλβανία. Πάντα με την οικονομική υποστήριξη της Τουρκίας και του βαλκανικού μεγαλοϊδεατισμού της που παραπέμπει στις «γαλάζιες πατρίδες» του κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.