Το 1999 εργαζόμουν στο «Βήμα», που μόλις είχε κυκλοφορήσει ημερήσιο. Στον δεύτερο μήνα της έκδοσης, η διεύθυνση μου έδωσε στήλη πολιτικού αρθρογράφου, εναλλάξ με τον Θέμο Αναστασιάδη. Αναστατώθηκα.

Ο Θέμος ερχόταν στο «Βήμα» μετά την περιπέτεια της Μαύρης Τρύπας, της στήλης του στην τελευταία σελίδα της «Ελευθεροτυπίας», όπου το άγριο, ασεβές και κακόγουστο προς ρατσιστικά στερεότυπα χιούμορ του είχε ξεσηκώσει κύματα οργής, ώσπου μια μέρα κάποιοι εισέβαλαν στην εφημερίδα και τον γιαούρτωσαν. Επρεπε στο εξής να εναλλάσσομαι στην ίδια στήλη με αυτόν. Ημουν απαρηγόρητος.

Αλλά η συνέχεια δεν δικαιολογούσε αυτή την κατήφεια. Ο Θέμος έγραψε μερικά αστραφτερά κομμάτια, ελαφρά, πολιτικά σχόλια που τα διάβρωνε η χρήση πλακατζίδικων σχημάτων, ενώ εγώ μάλλον ήμουν πολύ πιο σοβαροφανής από όσο έχει νόημα να είσαι σε μια δημόσια επικοινωνία. Ετσι κι αλλιώς, η συνύπαρξη συνεχίστηκε αδιατάρακτη και χωρίς κλυδωνισμούς. Ο Αναστασιάδης προετοίμαζε τις επόμενες δουλειές του, κι εγώ μάθαινα ότι στην αγορά του Τύπου δεν είμαστε όλοι ίδιοι, κι ότι συχνά μπορούν να συνυπάρχουν, ενίοτε και αντιμαχόμενες μεταξύ τους, διαφορετικές κοσμοαντιλήψεις. Να συνυπάρχουν μαχόμενες. Επικαλούμενες τους κανόνες τους.

Ο Θέμος Αναστασιάδης πίστευε περισσότερο ότι οι κανόνες δεν έχουν και τόση σημασία, ότι η στάση σου στον Τύπο είναι πιο πολύ υπόθεση δύναμης, εξουσίας. Στον χώρο των ΜΜΕ ξεχωρίζουν όσοι μπορούν να μιλήσουν σε όσο το δυνατόν περισσότερους, χωρίς να έχει σημασία τι λένε, αρκεί αυτό που λένε να το αγοράζουν πολλοί.

Δεν ήταν η άποψή του από την αρχή. Γεννημένος το 1958, είχε κι αυτός ζήσει από μέσα την απομόνωση της δικτατορίας και την υπερπολιτικοποίηση της Μεταπολίτευσης. Αυτός, ως κνίτης στη Νομική Θεσσαλονίκης, όπου σπούδασε, και αργότερα στις εφημερίδες όπου πήρε το βάπτισμα του πυρός: στην οικονομική εφημερίδα «Εξπρές», στον δημοτικό ραδιοφωνικό σταθμό Αθήνα 9.84 και στην «Καθημερινή», όπου υπέγραφε χιουμοριστική – σχολιαστική πολιτική στήλη με το ψευδώνυμο Οφις. Στην «Καθημερινή», μάλιστα, διετέλεσε πολύ νέος διευθυντής. Αργότερα, ξανάγινε διευθυντής και εκδότης στο «Πρώτο Θέμα», μια πετυχημένη λαϊκή κυριακάτικη εφημερίδα, σε εποχή που το χαρτί υποχωρούσε έναντι του Διαδικτύου.

Το «Πρώτο Θέμα» ήταν μια εφημερίδα που προκάλεσε πολλές φορές. Συζητήθηκε ιδιαίτερα αρνητικά όταν δημοσίευσε πρωτοσέλιδα φωτογραφία, προϊόν υποκλοπής, με ερωτικές περιπτύξεις του κυβερνητικού στελέχους της πρώτης κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή, Χρήστου Ζαχόπουλου. Κατηγορήθηκε, επίσης, ότι ανέχτηκε τη δράση της Χρυσής Αυγής – ενώ πολλούς είχε ενοχλήσει και το πρωτοσέλιδο με τη φωτογραφία του δολοφονημένου Παύλου Φύσσα, την ώρα που ψυχορραγούσε.

Ηταν λόγοι οξύτατων συγκρούσεων εκείνες οι επιλογές. Δικαιολογημένων συγκρούσεων. Για ποιον λόγο τις είχε κάνει;

Νομίζω, από ιδιοσυγκρασία. Ηθελε να τσατίζει αυτούς που αντιπαθούσε, κάνοντας κάτι πολύ άσχημο και πολύ προκλητικό. Ηταν ο τρόπος του. Κάτι που φαινόταν και στη χαμηλότερης έντασης παρουσία του σε πιο ανώδυνες πτυχές των ΜΜΕ, στην τηλεόραση – έκανε εκπομπές στον Σκάι και, αργότερα, στον Alpha.

Του άρεσε να συνδέει την ελαφρότητα εκείνων των εκπομπών του με τα πρώτα χρόνια της ζωής του στο Λονδίνο – απ’ όπου είχε και τις πρώτες αναμνήσεις του. Ελεγε σε μια συνέντευξη του 2004 στον Βασίλη Σταματίου για το περιοδικό «Status», απαντώντας στην ερώτηση ποια είναι η εικόνα της ζωής του που θυμάται:

«Είμαι καθισμένος σε μια πολυθρόνα, μπροστά σε μια τηλεόραση, στο αριστερό χέρι κρατάω ένα μπολ με σοκολατάκια και φωνάζω του πατέρα μου “ντάντι, γκερλς, γκερλς!”».

Θαρρείς και η επίκληση εκείνης της ανάμνησης γινόταν για να αιτιολογήσει τη μορφή των τηλεοπτικών εκπομπών του: ένα απάνθισμα των αστείων στιγμιότυπων που γεννούσε η τηλεοπτική υπερχείλιση συνοδευμένο από χαλαρές συζητήσεις με γυναίκες που υπερθεμάτιζαν στην ασημαντότητα. Γκερλς. Ηταν όντως αξιοθαύμαστη η στράτευσή του ουσιαστικά σε μια μηδενιστική αντίληψη της ζωής.

Ισως πάλι να ήταν μια απεγνωσμένη προσπάθεια να εξαρθεί η ασημαντότητα, ως ο δείκτης προόδου, το σημείο εκείνο στο οποίο οφείλουν να κατατείνουν οι κοινωνίες, ικανοποιημένες και χορτασμένες, που νοιάζονται μόνο για τη χώνεψη, μακριά από πολιτικά και άλλα πάθη. Το μόνο πάθος που άξιζε τον κόπο κατ’ αυτόν ήταν το πάθος για την ομάδα, εν προκειμένω τον Ολυμπιακό. «Ο Ολυμπιακός είναι μεγαλύτερος από το Διάστημα» έλεγε στην προαναφερθείσα συνέντευξη. «Ο Ολυμπιακός είναι το απόλυτο. Η νίκη άνευ όρων με οποιονδήποτε τρόπο. Εμείς δεν πάμε στο γήπεδο να δούμε μπάλα. Πάμε στην αρένα να δούμε τον αντίπαλο που θα φαγωθεί».

Χούλιγκαν; Εκ πρώτης όψεως – όπως εκ πρώτης όψεως ήταν ένας άνθρωπος με αδικαιολόγητες εμμονές και απέχθειες, ένας σεξιστής, ένας εξουσιαστής. Νομίζω ότι εκκινούσε από αντίδραση στην ηθικολογική προσέγγιση της ζωής. Δεν του άρεσαν οι υποκριτές, οι κήνσορες, όσοι επένδυαν στις τελολογίες. Και επιχειρώντας να δείξει την αντίθεσή του, υιοθετούσε τη μια ακρότητα μετά την άλλη. Σαν παιδί που ξέρει ότι πρέπει να ξεφύγει από την προσοχή των γονιών του και να κάνει τη σκανδαλιά.

Εκανε πολλές σκανδαλιές – αλλά έπειτα από την αρρώστια και τον θάνατο, πολλές θα του συγχωρεθούν. Βλέπετε, απέναντι, ήταν πολύ συμπαθής, πάνω από τον μέσο όρο, διαβολικά έξυπνος, επιδέξια διαβρωτικός, χιουμορίστας, παθιασμένος πολιτικά και, κάπου, κάπως, πολύ ανθρώπινος. Απέναντι, αλλά σχεδόν δικός μας – και τους δικούς μας είμαστε έτοιμοι να τους συγχωρήσουμε τα χειρότερα.

Η κηδεία του Θέμου Αναστασιάδη θα γίνει στη 1.30, το μεσημέρι της Κυριακής, από τον Ιερό Ναό Παναγίας Ελευθερώτριας στην Κηφισιά. Η αγωνία του τελείωσε. Ας ξεκουραστεί.