Η Βόρεια Κορέα «είναι απίθανο να εγκαταλείψει» όλα της τα πυρηνικά αποθέματα· το Ιράν δεν «επιδίδεται επί του παρόντος στην κρίσιμη δραστηριότητα ανάπτυξης πυρηνικών όπλων» που απαιτείται για την κατασκευή πυρηνικής βόμβας· όσο για το ISIS, όχι μόνο δεν έχει ηττηθεί, αλλά «εξακολουθεί να έχει υπό τις προσταγές του χιλιάδες μαχητές στο Ιράκ και στη Συρία», ενώ διατηρεί οκτώ παρακλάδια και δώδεκα δίκτυα ανά τον κόσμο.

Σε αυτά τα τρία συμπεράσματα κατέληξαν, σύμφωνα με τους «New York Times», οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών στην ετήσια Αξιολόγηση Παγκόσμιων Απειλών που καταθέτουν στο Κογκρέσο, αντικρούοντας ευθέως βασικά δόγματα της εξωτερικής πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ. Αμερικανοί διπλωμάτες και στρατιωτικοί αξιωματούχοι, ωστόσο, προβληματίζονται, όπως επισημαίνει η εφημερίδα, για μία ακόμη, φαινομενικά ευοίωνη εξέλιξη: την πρόοδο που σημειώθηκε, σύμφωνα και με τις δύο πλευρές, στις απευθείας συνομιλίες μεταξύ των Ταλιμπάν και αμερικανών αξιωματούχων που πραγματοποιήθηκαν την περασμένη εβδομάδα στην Ντόχα του Κατάρ. Με δεδηλωμένη τη βούληση του αμερικανού προέδρου να αποσύρει τους μισούς από τους 14.000 αμερικανούς στρατιώτες που βρίσκονται στο Αφγανιστάν και γνωστή την επιθυμία του να «γυρίσουν σπίτι όλοι οι αμερικανοί στρατιώτες», αρκετοί αναρωτιούνται αν οι ΗΠΑ θα καταλήξουν να παραδώσουν το Αφγανιστάν στους ίδιους αδίστακτους μαχητές που πήγαν σε πόλεμο προκειμένου να εκτοπίσουν.

Ο τελευταίος γύρος συνομιλιών ανάμεσα στους Ταλιμπάν και τους αμερικανούς αξιωματούχους, με επικεφαλής τον ειδικό απεσταλμένο των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν Ζαλμάι Χαλιλζάντ, διήρκεσε έξι ημέρες, περισσότερο από ό,τι είχε σχεδιαστεί και περισσότερο από οποιαδήποτε προηγούμενη απόπειρα τερματισμού του 17χρονου πολέμου. Οι δύο πλευρές συμφώνησαν μάλιστα επί της αρχής στο πλαίσιο μιας συμφωνίας που θέλει τους Ταλιμπάν να εγγυώνται ότι το Αφγανιστάν δεν θα χρησιμοποιηθεί ποτέ ως εφαλτήριο από τρομοκράτες και τρομοκρατικές ομάδες, και τις ξένες δυνάμεις να αποχωρούν από τη χώρα σε διάστημα 18 μηνών. Προϋποτίθεται βέβαια ότι οι Ταλιμπάν θα συμφωνήσουν σε μια εκεχειρία καθώς και σε απευθείας συνομιλίες με την υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ κυβέρνηση του Ασράφ Γκράνι στην Καμπούλ – κάτι το οποίο δεν έχουν κάνει. Στην πραγματικότητα, οι Ταλιμπάν, που ελέγχουν σήμερα περίπου το μισό Αφγανιστάν, αρνήθηκαν ακόμα και να συνοδεύσει η κυβέρνηση Γκράνι τους Αμερικανούς στην Ντόχα. Και οι δύο πλευρές, ωστόσο, μίλησαν για «σημαντική πρόοδο» στις συνομιλίες.

«Θέλουμε ειρήνη, τη θέλουμε γρήγορα, αλλά τη θέλουμε με σχέδιο» δήλωσε από την πλευρά του προχθές ο Ασράφ Γκράνι μετά την ενημέρωση που του έκανε στην Καμπούλ ο Χαλιλζάντ. Οπως σημειώνει η «Guardian», ο Γκράνι φοβάται πως ο Τραμπ είναι τόσο αποφασισμένος να αποσύρει τα στρατεύματά του από το Αφγανιστάν που θα παρακάμψει την αφγανική κυβέρνηση και μπορεί ακόμα και να προσπαθήσει να αναγκάσει τους υπουργούς του να μοιραστούν την εξουσία με τους Ταλιμπάν σε μια μεταβατική κυβέρνηση. Κάποιοι αμερικανοί διπλωμάτες και στρατιωτικοί αξιωματούχοι, πάλι, φοβούνται πως οι Ταλιμπάν θα επιχειρήσουν να ανατρέψουν την κυβέρνηση μόλις αποχωρήσουν οι Αμερικανοί. Και αναρωτιούνται αν ο αφγανικός εθνικός στρατός και η αστυνομία είναι αρκετά ισχυρά ώστε να εμποδίσουν μια επιστροφή της χώρας στο χάος. Αλλά και πώς θα μπορέσουν οι ΗΠΑ να επιβάλουν την εφαρμογή της συμφωνίας και να προστατεύσουν τις αντιτρομοκρατικές τους προτεραιότητες: σύμφωνα με μια άλλη αξιολόγηση των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών που ενημερώθηκε στα τέλη του 2018, μια ολική αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν θα οδηγούσε σε μια τρομοκρατική επίθεση εναντίον των ΗΠΑ μέσα σε μία διετία.