Σε άλλες εποχές η διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης θα μπορούσε να απεμπλακεί από την τρέχουσα πολιτική ατζέντα. Ατολμη, σχεδόν αδιάφορη ή ακόμη και μεταρρυθμιστική ή ριζοσπαστική, θα περνούσε μέσα από μία μάχη συνταγματολόγων και μια διεκλυστίνδα για τις προοπτικές που διανοίγονται. Αυτή τη φορά, ωστόσο, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η παρούσα αναθεωρητική διαδικασία έχει κινητοποιήσει λιγότερο από κάθε προηγούμενη φορά τους καθηγητές του Συνταγματικού Δικαίου, αλλά και τους βουλευτές. Μια εξήγηση είναι ότι οι αλλαγές στον καταστατικό χάρτη της χώρας συνδέθηκαν με τους προεκλογικούς σχεδιασμούς -κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Πρωτίστως, όμως, χρησιμοποιούνται από το Μέγαρο Μαξίμου για να αναδειχθούν τα εκλογικά διλήμματα που έχει στο μυαλό του ο Πρωθυπουργός. Η εμπειρία δείχνει ότι αυτό και μόνον το στοιχείο υπεραρκεί για να αποδειχθεί το εγχείρημα αποτυχημένο. Καμία αναθεώρηση που γίνεται με όρους κάλπης δεν μπορεί να έχει ουσία και να ανοίξει νέους δρόμους. Η Αναθεώρηση του 1985 αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, που θα έπρεπε να έχει κάνει τους πάντες σοφότερους. Οπως και να καταλήξει η νέα προσπάθεια, είναι ήδη ξεκάθαρο ότι αφήνει πίσω σημαντικά ζητήματα ανοικτά και βαλτωμένες καταστάσεις.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ