Θα ανέμενε κανείς να λειτουργήσει ο Πρωθυπουργός, αν όχι ως προστάτης των θεσμών όπως επιβάλλει το αξίωμά του, τουλάχιστον πυροσβεστικά. Επραξε ακριβώς το αντίθετο για να συμπεριφερθεί ως συνήθως: μετρώντας το πολιτικό κόστος σύστησε εμμέσως στον υπουργό του να συγκρατηθεί. Επειτα εξαπέλυσε άλλη μια επίθεση στον κεντρικό τραπεζίτη της χώρας χαρακτηρίζοντάς τον «υπερτιμημένο τεχνοκράτη». Και, τέλος, υποβάθμισε ένα σοβαρότατο θέμα σε «ζήτημα μικροπολιτικής αντιπαράθεσης και παραπολιτικού κουτσομπολιού».
Ο διεθνής Τύπος δεν συνηθίζει ασφαλώς να ασχολείται με παραπολιτικά κουτσομπολιά της χώρας μας. Αν λοιπόν μεγάλες εφημερίδες του κόσμου ασχολήθηκαν με τη συμπεριφορά του αναπληρωτή υπουργού Υγείας απέναντι στον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος είναι για τον προφανή λόγο. Είναι επειδή η συμπεριφορά αυτή δεν συνιστά παραπολιτικό κουτσομπολιό, αλλά θεσμική εκτροπή. Οταν λοιπόν ο Πρωθυπουργός όχι απλώς δεν ανακαλεί στην τάξη τον υπουργό του αλλά επιπλέον πλειοδοτεί, τότε σημαίνει πως θυσιάζει για ακόμη μια φορά την ομαλή θεσμική λειτουργία της χώρας στον κομματικό του βωμό.
Ο Πρωθυπουργός όφειλε να υπενθυμίσει πως οι φορείς της εξουσίας εκπροσωπούν θεσμούς και όχι και τον εαυτό τους. Πως δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούν την υπουργική τους ιδιότητα ως όχημα πρόσβασης σε άλλους θεσμούς, αλλά να κινούνται στο πλαίσιο που είναι υποχρεωμένος να κινείται ο κάθε πολίτης. Και φυσικά να μη χρησιμοποιούν καμία επικοινωνία τους ως κοινοί ωτακουστές. Πρόκειται για πράγματα αυτονόητα σε μια δημοκρατία. Θα έπρεπε να είναι αυτονόητα και για την κυβέρνηση.