Με τη Συμφωνία των Πρεσπών οι κυβερνήσεις της Αθήνας και των Σκοπίων υποτίθεται ότι θα έλυναν ένα πρόβλημα δεκαετιών. Πριν όμως στεγνώσει το μελάνι των υπογραφών, ήταν πολλοί εκείνοι που επισήμαναν πως ακόμη και αν η Συμφωνία έλυνε ένα πρόβλημα, αυτό του ονόματος, δημιουργούσε πολλά άλλα. Και τα δημιουργούσε επειδή η Βόρεια Μακεδονία γινόταν ένα κράτος το οποίο κατ’ άλλα παρέμενε «μακεδονικό».
Οι επιφυλάξεις εκείνες φαίνεται να επιβεβαιώνονται πολύ γρήγορα στην πράξη. Προϊόντα της γειτονικής χώρας εμφανίζονται σε διεθνείς εκθέσεις ως μακεδονικά, με αποτέλεσμα να προκαλείται σύγχυση στο εμπόριο. Εμπόριο όμως σημαίνει οικονομία. Σημαίνει παραγωγή πλούτου, θέσεις εργασίας, σημαίνει προσπάθεια εδραίωσης στον παγκόσμιο χάρτη για επιχειρήσεις και προϊόντα. Εμπόριο σημαίνει ασφαλώς και ανταγωνισμός. Ο ανταγωνισμός αυτός όμως δεν μπορεί να είναι αθέμιτος.
Η λύση δεν είναι ασφαλώς ένας εμπορικός πόλεμος ανάμεσα στις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη Μακεδονία παράγοντας εδώ και δεκαετίες προϊόντα που έχουν γίνει γνωστά ως μακεδονικά και τις επιχειρήσεις της Βόρειας Μακεδονίας που θέλουν να εκμεταλλευτούν το brand «μακεδονικός». Λύση όμως δεν είναι και να αφεθούν οι ελληνικές επιχειρήσεις στην τύχη τους. Το πρόβλημα λοιπόν της χρήσης του όρου «μακεδονικός» πρέπει να επιλυθεί άμεσα από την κυβέρνηση πριν να είναι πολύ αργά. Και πρέπει να λυθεί άμεσα επειδή για ακόμη μία φορά ο χρόνος φαίνεται να κυλάει εις βάρος των συμφερόντων της δικής μας χώρας.