Διαφημίστηκε από την αρχή ως το μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως του ελληνικού κράτους, με τον υπουργό Δικαιοσύνης να συστήνει στους υποτιθέμενους εμπλεκομένους να προετοιμάσουν καλά την υπεράσπισή τους. Αυτό και μόνο το γεγονός μαρτυρά ότι η κυβέρνηση έσπευσε από την πρώτη στιγμή να εκμεταλλευτεί πολιτικά την υπόθεση Novartis. Δικαιούται επομένως να επιμείνει κανείς στην πολιτική ανάγνωση της υπόθεσης. Και να πει πως κατέρρευσε μια πολιτική σκευωρία – κατέρρευσε η σκευωρία ενός βρώμικου 2019.
Δικαιούται επίσης να υποθέσει κανείς ότι η περαιτέρω έρευνα για τα πέντε από τα δέκα πολιτικά πρόσωπα τα οποία ελέγχθηκαν εξυπηρετεί τις ίδιες πολιτικές σκοπιμότητες. Η κυβέρνηση, με άλλα λόγια, επιχειρεί να παρατείνει την υπόθεση ως σκάνδαλο μολονότι η υπόθεση δείχνει να είναι η μεγαλύτερη υπόθεση σκανδαλολογίας των τελευταίων πολλών χρόνων. Οι λόγοι είναι προφανείς και συμποσούνται στο δόγμα μέλους της κυβέρνησης πως «πρέπει να βάλουμε κάποιους φυλακή για να ξανακερδίσουμε τις εκλογές».
Με λάσπη όμως δεν καταπολεμάται η διαφθορά, ένα πρόβλημα που είναι δυστυχώς υπαρκτό στη χώρα μας όπως δείχνουν οι διεθνείς κατατάξεις. Αντίθετα, η μάχη χάνεται επειδή δηλητηριάζεται το πολιτικό σκηνικό, με αποτέλεσμα να κυριαρχούν το διχαστικό κλίμα και η πόλωση. Η πολιτική συναίνεση που απαιτείται για να δοθεί συντεταγμένα η μάχη τινάζεται στον αέρα. Και αυτό από μόνο του αποτελεί ένα πρώτου μεγέθους σκάνδαλο.