Οσοι κατέρχονται στην πολιτική αρένα καλούνται συχνά να απαντήσουν σε μια απλή, όσο κι ευθεία ερώτηση: «Γιατί ασχολείσαι με την πολιτική;». Δύσκολα κρύβεται η απαξίωση πίσω από την ερώτηση: η ενεργός πολιτική είναι κάτι αναξιοπρεπές, κάτι που δεν αξίζει να ασχολείται κανείς μαζί του, ιδίως εάν έχει άλλα, σπουδαιότερα πράγματα να κάνει – πόσω μάλλον εάν έχει διαπρέψει σε αυτά τα σπουδαιότερα. Η ίδια η γλώσσα θέτει ύπουλες παγίδες – προλειαίνει, θα λέγαμε, το έδαφος της προκατάληψης – προτού καν τεθεί η ερώτηση. Εχουμε αναρωτηθεί, λόγου χάριν, γιατί λέμε πάντοτε ότι κάποιος «κατέρχεται» στην ενεργό πολιτική και ποτέ ότι «ανέρχεται»; Θεωρούμε δεδομένο ότι μετακινείται από ένα υψηλότερο σημείο σ’ ένα χαμηλότερο ή ότι η ενασχόληση με την ενεργό πολιτική ταυτίζεται με κάποιου είδους «πτώση», ανάλογη με την αποβολή των Πρωτόπλαστων από τον Παράδεισο; Επιπλέον, οι συνακόλουθοι προσδιορισμοί της ενεργούς πολιτικής ως «στίβου» ή «αρένας» δεν μας προδιαθέτουν ότι εκεί, στην καλύτερη περίπτωση, πέφτει ξύλο και, στη χειρότερη, πεινασμένα λιοντάρια ξεσκίζουν ανθρώπινες σάρκες; Δίχως αναγκαστικά να είναι κανείς έμπειρος κι εξασκημένος γλωσσολόγος, θα πίστευε ότι οι Νεοέλληνες πρώτα φρόντισαν να αναποδογυρίσουν την κλίμακα των αξιών τους (βαράθρωσαν την ανάμειξη στα κοινά από την κορυφή στη βάση, εκτόξευσαν την ιδιώτευση από τη βάση στην κορυφή) κι έπειτα πειθανάγκασαν τη γλώσσα τους να παράσχει άλλοθι στο αναποδογύρισμα.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ