Ενα κράτος βιομηχανικά πολύ εξελιγμένο, ένα κράτος του μοντερνισμού, όπως αυτό της Γερμανίας της δεκαετίας του ’30, με αστική τάξη και διοίκηση προωθημένες, με ανεπτυγμένα και πλούσια πολιτικά χαρακτηριστικά, πώς είναι δυνατόν να ακολουθήσει έναν ακαλλιέργητο, ανεκπαίδευτο τύπο της μπιραρίας και του λαϊκισμού, όπως ήταν ο Χίτλερ; Είναι ανεξήγητο. Η συλλογική πληγή της ταπεινωτικής Συνθήκης των Βερσαλλιών μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου αρκεί για να δοθεί απάντηση; Το συλλογικό βίωμα ήττας, ταπείνωσης, διάψευσης είναι τόσο ισχυρό, τόσο διαρκές, ώστε να οδηγήσει στον αποκρυφισμό, στην εσχατολογία, στην πεποίθηση για την έλευση του υπέρτατου όντος που θα εκδικηθεί και θα επανορθώσει; Δηλαδή η τεχνολογική και βιομηχανική πρωτοπορία, η τεχνολογική σκέψη, δεν τροφοδοτεί τον στοχασμό, την κριτική σκέψη; Είναι κάπου παρκαρισμένη, έγκλειστη ευφυΐα, αποκομμένη από την κριτική διερώτηση; Πώς είναι δυνατόν η μια μορφή σκέψης να μην επικοινωνεί με την άλλη; Πώς είναι δυνατόν να μη δουν οι Γερμανοί τον χαμό, το αναπόδραστο και ολοκληρωτικό τέλος; Το σύστημα, η σχολαστικότητα, η επινοητικότητα, η εργατικότητα, η υψηλή έννοια του αρχείου που συγκροτούσαν τον γερμανικό χαρακτήρα, πώς είναι δυνατόν να τροφοδοτήσουν το έγκλημα; Είναι. Αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι η ανάλυση του Ian Kershaw στο εμβληματικό έργο του «Χίτλερ», αρκεί.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ