Ενα θέμα που κυριάρχησε πρόσφατα στη Βουλή ήταν η συζήτηση για τη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών (επανορθώσεων) προς την Ελλάδα. Το θέμα είναι αρκετά σοβαρό καθώς αποτελεί έναν ελάχιστο φόρο τιμής στις γενιές που κράτησαν τη χώρα ζωντανή μέχρι σήμερα, στέλνοντας ταυτόχρονα ένα θετικό μήνυμα στις επόμενες γενιές καθώς και ένα πανανθρώπινο μήνυμα απόδοσης δικαιοσύνης. Ομως, γιατί η Ελλάδα δεν διεκδίκησε έγκαιρα αποζημιώσεις της κλίμακας των καταστροφών και χρειάστηκε τόσα χρόνια για να υπολογίσει επίσημα την οφειλή του κατοχικού δανείου; Μπροστά στο μέγεθος της ανθρωπιστικής καταστροφής μπορεί να φαίνεται επουσιώδες, αλλά εξακολουθεί να αιωρείται στη δημόσια σφαίρα και το εξής ερώτημα: έχει νομική βάση η διεκδίκηση αποζημιώσεων και η αποπληρωμή του κατοχικού δανείου σήμερα; Αν και οι απαιτήσεις για αποζημιώσεις αμφισβητούνται από τη γερμανική πλευρά (και ώς τώρα από διεθνή δικαστήρια), η αποπληρωμή του κατοχικού δανείου της Ελλάδας προς τη Γερμανία είναι νομικά δυνατή, όπως βεβαιώνουν νομικοί, δεδομένου μάλιστα ότι το είχε αναγνωρίσει η κυβέρνηση των Ναζί και πλήρωσαν δύο δόσεις. Αυτό άλλωστε δεν απαιτούν σήμερα από την Ελλάδα οι δανειστές της; Παρακάμπτοντας ως μη νομικός τη νομική πτυχή, θεωρώ ότι η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι σύνθετη. Καταρχάς, χορηγήθηκαν κάποιες αποζημιώσεις στην Ελλάδα. Σημαντικότερο ήταν ότι μετά την ήττα του χιτλερικού καθεστώτος τέθηκε σε διεθνές πλαίσιο το ζήτημα πώς θα αποφεύγονταν η επανάληψη του λάθους των Βερσαλλιών. Τότε, οι νικητές απαίτησαν τεράστιες αποζημιώσεις από τη Γερμανία του Κάιζερ με αποτέλεσμα όχι μόνο να γονατίσουν την οικονομία της και να διαλύσουν το οικονομικό πλέγμα σχέσεων στην Ευρώπη, αλλά και να τροφοδοτήσουν τον ρεβανσισμό που οδήγησε (μαζί με την παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929) στην άνοδο των Ναζί. Ο Τζον Μέιναρντ Κέινς τα είχε εξηγήσει πολύ καλά στο δοκίμιό του «Οι οικονομικές συνέπειες του πολέμου» (1919). Επομένως η Ελλάδα με την επίσημη αυτοσυγκράτησή της συνέβαλε στην αποφυγή του λάθους εκείνου μετά τον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ήπια στάση της χώρας κυρίως στο ζήτημα των επανορθώσεων ήταν συμβατή με την αμερικανική πολιτική που δεν ήθελε να επαναληφθεί το προηγούμενο της Συνθήκης των Βερσαλλιών και μάλιστα σε συνθήκες Ψυχρού Πολέμου. Στον παράγοντα αυτόν πρέπει να προσθέσουμε τις χρηματοδοτήσεις που έλαβε η Ελλάδα κατά τη διάρκεια της ανασυγκρότησης από τις ΗΠΑ και καθόριζαν και τους κανόνες του παιχνιδιού, τα δάνεια της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (ΟΔΓ) για συγκεκριμένα έργα εκβιομηχάνισης και εξηλεκτρισμού και άλλων κρατών προς την Ελλάδα που συνέβαλαν στην οικονομική απογείωση, τις γερμανικές αποζημιώσεις για τα θύματα της κατοχής ύψους 115 εκατ. μάρκων με βάση τη συμφωνία του 1960 και την υποστήριξη της ΟΔΓ στην επιλογή της Ελλάδας να συμμετάσχει στις διαδικασίες ευρωπαϊκής ενοποίησης (με τη Συμφωνία Σύνδεσης η χώρα θα αντλούσε πρόσθετη αναπτυξιακή βοήθεια και η ΟΔΓ ήταν ο κύριος χρηματοδότης).
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ