Συμπληρώνονται εννέα χρόνια από τη διάπραξη ενός από τα ειδεχθέστερα εγκλήματα στην ιστορία της νεότερης Ελλάδας. Εννέα χρόνια από τότε που, παρεισφρέοντας σε ένα οργισμένο πλήθος, ασυνείδητοι δολοφόνοι εκτόξευσαν βόμβες μολότοφ σε μια τράπεζα οδηγώντας στον θάνατο τρεις νέους ανθρώπους. Αλλά η επέτειος δεν είναι θλιβερή μόνο επειδή έχασαν τη ζωή τους η 32χρονη Αγγελική Παπαθανασοπούλου, ο 36χρονος Επαμεινώνδας Τσάκαλης και η 35χρονη Παρασκευή Ζούλια. Είναι και επειδή το έγκλημα της Marfin παραμένει ένα έγκλημα κατ’ εξακολούθηση.
Είναι ένα έγκλημα κατ’ εξακολούθηση επειδή οι δράστες παραμένουν ασύλληπτοι. Επειδή ένα τόσο στυγερό έγκλημα δεν έχει διαλευκανθεί αλλά και επειδή για την απάνθρωπη κραυγή «αφήστε τους να καούν» δεν υπήρξε ίχνος μεταμέλειας. Επειδή οι δράστες αλλά και οι εκείνοι που εμπόδιζαν τα οχήματα της Πυροσβεστικής να πλησιάσουν το καιόμενο κτίριο κρύφτηκαν στην ανωνυμία του πλήθους και έκτοτε παραμένουν κρυμμένοι. Και ακόμη, επειδή υπήρξαν πολιτικές φωνές που δικαιολόγησαν το έγκλημα και άλλες που το ξέχασαν – «δεν πέθανε και κανένας από τις μολότοφ» δήλωνε προ μηνός βουλευτής της κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Το έγκλημα της Marfin όμως δεν πρέπει να ξεχαστεί. Ηταν μια πράξη δημόσιου λιντσαρίσματος αθώων ανθρώπων και γι’ αυτήν την απαίσια πράξη θα πρέπει να αποδοθούν ευθύνες. Το οφείλει η ελληνική κοινωνία στη μνήμη των τριών νέων που έχασαν τη ζωή τους, το οφείλει στους οικείους τους. Το οφείλει όμως και στον εαυτό της: αυτή η φρίκη δεν πρέπει ποτέ πια να επαναληφθεί.