Οταν πασχίζει κανείς να εκφραστεί, το μέγιστο εμπόδιο είναι η παιδεία του, γράφει κάπου ο Κωστής Παπαγιώργης.
Η παιδεία, εν προκειμένω η πολιτική παιδεία, δεν αφορά μόνο την έκφραση αλλά και τη συμπεριφορά, τη δράση και εν τέλει την προσπάθεια, εάν πρόκειται για πολιτική διακυβέρνησης, έτσι ώστε να μην περάσει άκαπνη στην εφαρμογή των προγραμματικών δηλώσεών της. Πόσο μάλλον δε, όταν αυτοτιτλοφορείται «πρώτη φορά αριστερά» ή όπως αρέσκονται τελευταία «ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία».
Φυσικά, με αμείλικτο τρόπο η καθημερινότητα, συνεχίζει να συνθέτει τον μίτο της πολιτικής αστοχίας του ΣΥΠΣΥ, ξεμπροστιάζοντάς τον, μέσα από σωρεία ανεφάρμοστων δημοσίων πολιτικών. Οχι δικών τους – αλίμονο – αλλά της τρόικας, που αναβαπτίστηκε σε θεσμούς, όπως και το go back μεταποιήθηκε σε βαθιά πολιτική εκτίμηση, αφού η υπαναχώρηση από τις βασικές θέσεις του προγράμματος της Θεσσαλονίκης και όποιων άλλων αντιπολιτευτικών κορωνών θα έπρεπε να γίνει ιδεολογικοποιώντας ή άλλως θεσμίζοντας, με τακτικό τρόπο, τη συλλογική οπισθοχώρηση.
Η δικαιολογία εφευρέθηκε, σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε άψογα αφού, τελικά, οι θεσμοί δεν αφήνουν, ακόμα και μετά την έξοδο από τα Μνημόνια, την κυρίαρχη κυβέρνηση, του δημοψηφικού 67%, να ασκήσει την «αριστερή» πολιτική της. Αυτό συνήθως συμβαίνει όταν κάποιος φιλολογεί πάνω στην υποτιθέμενη αλήθεια του, με μοναδική στιγμή ειλικρίνειας, όταν και εάν νιώσει ότι παίζεται η ζωή του.
Τίποτα, λοιπόν, δεν στάθηκε εμπόδιο στην καθημερινή ολίσθηση προς δεξιές θέσεις, εφαρμόζοντας κατά γράμμα το «πρώτη φορά αριστερό Μνημόνιο», κρατώντας φυσικά μερικά – ακόμα – κοινοβουλευτικά προσχήματα, έτσι, για τα μάτια όσων ακόμα αυτοκατανοούνται σοβαροί αριστεροί και έχουν παραμείνει εντός του ΣΥΠΣΥ.
Ο λόγος αυτός με ανάγκασε να δανειστώ τη φράση ενός γερμανού φιλοσόφου: «στο άκουσμα του αηδονιού σωπαίνουμε με αγαλλίαση, μόλις αντιληφθούμε ότι δεν είναι αληθινό, παύει να μας αρέσει».
Και το πρόβλημα δεν είναι, μόνο, ότι εξαπατήθηκε ένας ολόκληρος λαός, νομίζοντας την κότα-Αμερικάνα για αηδόνι, αλλά ότι ο κολαούζος ή οι κολαούζοι ή, εν πάση περιπτώσει, οι διάφοροι σαλτιμπάγκοι, βάλθηκαν να λεηλατήσουν το πολιτικό σκηνικό. Πρώην συγκυβερνήτες, κατά τ’ άλλα εξέχουσες προσωπικότητες της Ακροδεξιάς, πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ που αντάλλαξαν εξουσία μέσω υπουργικών θώκων, έως συσπειρώσεις «αριστερών» ομάδων τύπου, δήθεν, πλειοψηφικής ΔΗΜΑΡ, ισοπέδωσαν πολιτικές αξίες, με πληθώρα θέσεων και σίγουρα, όχι αρχών.
Οι έξω ΣΥΠΣΥ, πηγαία εύκαιροι και πολιτικά ασυνάρτητοι, αποφάσισαν να γίνουν έσω ΣΥΠΣΥ!
Καταστρατηγήθηκαν διαδικασίες και αναβαπτίστηκαν οι οριακές πλειοψηφίες ως απόλυτες. Σηκώθηκαν δάχτυλα τύπου «διότι δεν συνεμορφώθην». Εγιναν ιντερνετικές τοποθετήσεις περί πολιτικού πολιτισμού. Αναδείχθηκε ως απόλυτο ιστορικό success story της Αριστεράς η Συμφωνία των Πρεσπών. Δόθηκαν σημαντικά κομματικά διαπιστευτήρια δια αρθρογραφίας για την «πλειοψηφική» Αριστερά που συσπειρώνεται στον ΣΥΠΣΥ. Και όλα αυτά ως προπέτασμα καπνού, για μια χαμένη ιδεολογική ταυτότητα που αναζητείται, για τον μήνα αυτόν, μεταξύ ριζοσπαστικής γέφυρας, νέας αρχής, κοινωνικής Αριστεράς, εκσυγχρονιστικής Αριστεράς, δεξιάς Αριστεράς και οποιαδήποτε, άσχετα πολιτικής τοποθέτησης, αρκεί να ομνύει στον ΣΥΠΣΥ, και εν καιρώ θα μάθει να γέρνει λίγο… αριστερά.
Η πολιτική παιδεία, λοιπόν, κατά την άποψή μου, έχει δυο αντιστοιχίσεις, οι οποίες αφειδώλευτα και δίχως δισταγμό δημιουργούν τις δημοκρατικές άγκυρες για τη διασφάλιση της πολιτικής ομαλότητας και την ενωτική πολιτική με τη μεγαλύτερη συναίνεση.
Οσοι στέκονται εντός της μαύρης τρύπας, θα πρέπει πριν απ’ όλα να γνωρίζουν ότι μπορεί να φαντάζει ωραίον το άγνωστο και τρομερή μέσω του μύθου, όμως η πραγματικότητα, όπως μας ενημερώνουν οι ειδικοί επιστήμονες, είναι ζοφερή και αμείλικτη όταν εγκλωβιστείς στις βαρυτικές δυνάμεις, αφού δεν μπορείς να ξεφύγεις, και τότε θα πρέπει να δείξεις τι μπορείς να κάνεις στο γκεζί.