Η Λένα Κιτσοπούλου μιλάει, καπνίζει, πίνει γουλιές από το κρασί της, τσιμπολογάει – με αυτή τη σειρά. Παίζει, σκηνοθετεί, γράφει, ζωγραφίζει, συνθέτει, τραγουδάει – όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά. «Θέλεις να σου δείξω αυτά που ζωγραφίζω;» μου λέει ενώ ψάχνει στο άλμπουμ με τις φωτογραφίες στο κινητό της. Σκέφτομαι πως είναι μάλλον συμβατικός ο χαρακτηρισμός «αντισυμβατικός» για τον άνθρωπο που έχω απέναντί μου. Ακόμη πιο συμβατική είναι η ερώτηση: Τι απ’ όλα αυτά είναι η Κιτσοπούλου; «Δεν τα διαχωρίζω, είμαι όλα αυτά μαζί, είμαι το ίδιο πρόσωπο. Εχω αυτές τις δυο πλευρές. Μια πλευρά που θέλει να απομονωθεί, να μη βλέπει άνθρωπο, ενώ στην άλλη λείπει κάποια στιγμή η έκθεση. Ηταν ευτυχία για μένα να είμαι κλεισμένη σε ένα υπόγειο ατελιέ μόνη με το πινέλο μου. Πάντα το ήθελα, κλεινόμουν δυο τρεις μήνες κι έγραφα. Αλλά κάποια στιγμή θέλω τον ήχο του μικροφώνου, θέλω να πέσει πάνω μου το φως» απαντάει. Περνάει εύκολα από τη μία κατάσταση στην άλλη; «Ναι, κάνω ένα τσαφ και αλλάζω ρότα, έχω μάθει ίσως να είμαι λίγο έτσι, λίγο αλλιώς» λέει.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ