Μοιάζει με το χρονικό μιας προαναγγελθείσας κρίσης. Από τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη έως την Ουάσιγκτον, είναι πολλοί εκείνοι που προβλέπουν πως τίποτε δεν αποκλείει ένα θερμό επεισόδιο με την Τουρκία έως το τέλους του καλοκαιριού. Το ερώτημα επομένως δεν είναι παρά ένα. Πώς μπορεί να αποτραπεί αυτή η δυσοίωνη εξέλιξη; Πώς μπορεί η βάσιμη ανησυχία να μη γίνει αυτοεκπληρούμενη προφητεία;
Η απάντηση δεν είναι ασφαλώς εύκολη. Δεν είναι στο μέτρο που δεν εξαρτάται μόνο από την ελληνική πλευρά. Είναι και άλλοι παράγοντες που θα παίξουν καταλυτικό ρόλο, ανάμεσα στους οποίους πρωτεύοντα διαδραματίζουν οι τουρκικές προθέσεις είτε τις δει κανείς κάτω από το πρίσμα των επεκτατικών φιλοδοξιών της Αγκυρας είτε κάτω από εκείνο της απελπισίας στην οποία τη σπρώχνει η κατάσταση της τουρκικής οικονομίας.
Σε κάθε περίπτωση, η χώρα μας ξέρει τι δεν πρέπει να κάνει. Δεν πρέπει ασφαλώς να απομονωθεί η ίδια και να απομονώσει το πρόβλημα στο πλαίσιο μιας ελληνοτουρκικής διένεξης και μόνο, αντίθετα έχει κάθε λόγο να συμπεριφερθεί ως μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Δεν πρέπει να επιτρέψει το ακανθώδες αυτό θέμα και γενικότερα τα εθνικά θέματα να συμπεριληφθούν στην προεκλογική ατζέντα. Και δεν πρέπει να απορροφηθεί τόσο από την προεκλογική περίοδο ώστε να πιαστεί στον ύπνο εάν παρ’ ελπίδα έρθει η δύσκολη στιγμή.
Τούτη την ώρα απαιτούνται εγρήγορση, ετοιμότητα και φυσικά ψυχραιμία.