Είναι αδύνατον να αναφερθεί ένας έλληνας – ίσως και αλλοδαπός – πολίτης στα Γλυπτά του Παρθενώνα και οι συνειρμοί του να μην τον οδηγήσουν στη Μελίνα Μερκούρη. Η επιστροφή τους ήταν για εκείνη ο σκοπό της ζωής της, κάτι σαν το «παιδί» που ποτέ δεν απέκτησε. Αυτός ο καημός ξεκίνησε το 1960, τότε που γύριζε την ταινία «Φαίδρα» και οι υπεύθυνοι του Βρετανικού Μουσείου χρέωσαν την κινηματογράφηση των Γλυπτών. Είκοσι δύο χρόνια μετά, η Μελίνα, υπουργός Πολιτισμού πια, αρχίζει τον αγώνα για την επιστροφή των «Μαρμάρων» που, όπως έλεγε, «είναι το καμάρι μας. Είναι οι θυσίες μας. Το υπέρτατο σύμβολο ευγένειας. Είναι φόρος τιμής στη δημοκρατική φιλοσοφία. Η φιλοδοξία και το όνομά μας. Η ουσία της ελληνικότητάς μας. (…) Αν με ρωτήσετε εάν θα ζω όταν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα επιστρέψουν στην Ελλάδα, σας λέω πως ναι, θα ζω. Αλλά κι αν ακόμη δεν ζω πια, θα ξαναγεννηθώ».
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ