Η κοινή επιστολή που υπογράφουν δύο πρώην υπουργοί Παιδείας, δύο αναγνωρισμένοι πανεπιστημιακοί και ο πρώτος Συνήγορος του Πολίτη ζητώντας την κατάργηση του «κακώς σήμερα εννοούμενου ασύλου», θέτει στον πυρήνα του ένα πρόβλημα που προσβάλλει την ακαδημαϊκή ελευθερία και τελικά την ίδια τη δημοκρατία. Λέει στην ουσία πως δεν νοείται ελεύθερη διακίνηση της γνώσης και των ιδεών σε ένα περιβάλλον όπου απειλείται η ελεύθερη έκφραση σκέψης. Το κακώς εννοούμενο άσυλο, με άλλα λόγια, ακυρώνει την ίδια την έννοια του ασύλου. Η ελευθερία της σκέψης δεν διώκεται πλέον από την κρατική ή την εκκλησιαστική εξουσία, αλλά από φασίζουσες παραεξουσίες.
Εχει έρθει λοιπόν η ώρα όλα τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου να συνταχθούν πίσω από το κάλεσμα των πέντε αυτών προσωπικοτήτων του δημόσιου βίου και να στηρίξουν την αλλαγή ενός νόμου που αφήνει το πεδίο ελεύθερο σε αυτές τις φασίζουσες παραεξουσίες να εκφοβίζουν πανεπιστημιακούς δασκάλους ή να ασκούν ακόμη και βία. Δεν είναι πλέον η ακαδημαϊκή κοινότητα που πρέπει να αμυνθεί απέναντι στην κρατική καταστολή όπως συνέβαινε σε άλλες εποχές, αλλά η δημοκρατία απέναντι στους πάσης φύσεως αρνητές της. Σε όσους νομίζουν πως μπορούν να φιμώνουν εκείνους των οποίων οι απόψεις δεν τους αρέσουν.
Η ελευθερία στους πανεπιστημιακούς χώρους πρέπει να αποκατασταθεί άμεσα. Κανένα μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας, είτε πρόκειται για καθηγητές είτε για φοιτητές, δεν επιτρέπεται να αισθάνεται ανασφάλεια. Τα πανεπιστήμιά μας πρέπει επιτέλους να αναπνεύσουν.