Η συνεργασία της απερχόμενης κυβέρνησης με την Τράπεζα της Ελλάδος δεν ήταν τόσο αγαστή όσο απαιτούσαν οι περιστάσεις. Αντίθετα, δοκιμάστηκε από μια γενικότερη αντίληψη των κυβερνώντων ότι η εκτελεστική εξουσία δεν περιορίζεται στη διακυβέρνηση, αλλά απλώνεται και σε άλλους θεσμούς. Η αντίληψη αυτή εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τις επιθέσεις που δέχθηκε κατ’ επανάληψη ο κεντρικός τραπεζίτης από κυβερνητικά στελέχη.
Η σχέση αυτή είναι αναγκαίο να ομαλοποιηθεί άμεσα. Η χώρα δεν θα μπορέσει να αφήσει πίσω την κρίση με συγκρούσεις σε τέτοιο επίπεδο και αυτού του τύπου. Αντίθετα, η πολιτική σταθερότητα δεν μπορεί παρά να συνοδευτεί από θεσμική ομαλότητα. Και οι προειδοποιήσεις που εκ της θέσεώς της απευθύνει η διοίκηση της κεντρικής τράπεζας δεν θα πρέπει να εισπράττονται ως πράξεις αντιπαλότητας, όπως δυστυχώς συνέβη τα τελευταία τέσσερα χρόνια, αλλά ως επιβεβλημένες ενέργειες.
Κάτω από αυτό το πρίσμα θα πρέπει να ιδωθεί και η τελευταία Εκθεση Νομισματικής Πολιτικής στην οποία επισημαίνονται οι τρεις μεγάλοι κίνδυνοι για την οικονομία: η μεταρρυθμιστική στασιμότητα, οι δικαστικές αποφάσεις που μπορεί να ανατρέψουν τα δημοσιονομικά δεδομένα και το πακέτο παροχών της απερχόμενης κυβέρνησης.
Η έκθεση δεν ενδείκνυται για πολιτική εκμετάλλευση προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Πρέπει μόνο να ληφθεί σοβαρά υπόψη ως προς την ουσία της, είτε η ουσία αυτή αφορά την υστέρηση στην ανάπτυξη του ΑΕΠ είτε την αναιμική κερδοφορία των τραπεζών. Πρέπει να κρατηθεί ως υπενθύμιση ότι η επομένη των εκλογών δεν θα είναι εύκολη για κανέναν.