Οι χθεσινές εκλογές έκλεισαν τον δραματικό κύκλο της χρεοκοπίας. Τράβηξε περισσότερο από όσο χρειαζόταν. Γιατί όπως πλέον ξέρουμε η Ελλάδα, μόνη αυτή, έζησε δύο κρίσεις. Η πρώτη μέχρι το 2014 ήταν αναπόφευκτη λόγω των οικονομικών και δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Η δεύτερη, μετά το 2015, οφειλόταν εξ ολοκλήρου στις πολιτικές επιλογές και στη κυβερνητική ανεπάρκεια του ΣΥΡΙΖΑ, τόσο τού αντιμνημονιακού όσο και του μνημονιακού.
Αυτή η ιστορική υπόμνηση είναι αναγκαία για να σταθμίσουμε το μήνυμα των εκλογών και την εντολή του εκλογικού σώματος. Ασφαλώς πρόκειται για ψήφο πολιτικής αλλαγής και αποδοκιμασίας της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Ομως, η λαϊκή ψήφος συνθέτει πολλαπλές αιτιολογίες που λειτούργησαν είτε ορθολογικά είτε διαισθητικά. Εκφράστηκε κατ’ αρχάς ένα «ένστικτο» εθνικής αυτοσυντήρησης όπως έχει συμβεί και σε άλλα σταυροδρόμια της ιστορίας μας. Σαν σιωπηρή «αυτοκριτική» αναγνώρισε με καθυστέρηση ότι δεν κατείχαμε κάποιο μαγικό χαρτί εξόδου από την κρίση όπως υποσχόταν η αντιμνημονιακή δημαγωγία. Επειτα λειτούργησε το μεταπολιτευτικό δημοκρατικό κεκτημένο. Οι αντιστάσεις αποδείχτηκαν πιο δυνατές από τις απόπειρες των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ να δημιουργήσουν καθεστώς υποτάσσοντας τη Δικαιοσύνη και τα ΜΜΕ, ενώ αντιδράσεις προκάλεσε επίσης το ήθος και το ύφος της εξουσίας.
Εχοντας αυτές τις τρεις «αμυντικές» αφετηρίες το εκλογικό σώμα έδωσε μια ισχυρή εντολή κυρίως στον Κυριάκο Μητσοτάκη και δευτερευόντως στη ΝΔ. Να ανασυντάξει τη χώρα: επενδύσεις, δουλειές, παραγωγικότητα, υγιής αναδιανομή αντί πελατειακά επιδόματα. Να πετύχει την ουσιαστική και ψυχική επανασύνδεση της Ελλάδας με την Ευρώπη: για να καλύψουμε το έδαφος που χάσαμε, για να ενισχύσουμε το ευρωπαϊκό δημοκρατικό στρατόπεδο που υπερασπίζει τη διαδικασία ενοποίησης έναντι της εθνοκρατικής αναδίπλωσης και του νέου αυταρχισμού. Με αναφορά τον νέο Πρωθυπουργό έχει σχηματιστεί ένα ισχυρό κοινωνικό μπλοκ εθνικής ανασυγκρότησης που δίνει συνοχή και κατεύθυνση στο πλειοψηφικό λαϊκό αίσθημα. Από την αποτελεσματικότητα, την ταχύτητα εκτέλεσης, τη σωφροσύνη της νέας κυβέρνησης να μην καταναλωθεί σε δευτερεύουσες συγκρούσεις, και την εσωκομματική ενότητα της ΝΔ, θα εξαρτηθεί η επιτυχία της εθνικής ανασύνταξης.
Η επιτυχία αυτή θα ορίσει και θα οριοθετήσει το πλαίσιο των ιδεολογικών και πολιτικών ζυμώσεων στον ΣΥΡΙΖΑ. Το ζήτημα είναι κεφαλαιώδες. Ο ΣΥΡΙΖΑ εδραιώθηκε ως δεύτερος πόλος εξουσίας, αλλά παραμένει το πρόβλημα ταυτότητας που τον κατατρύχει. Δεν πιστεύω όμως ότι έχει τις εσωτερικές δυνάμεις να το επιλύσει. Το πιθανότερο είναι οι εσωκομματικές ζυμώσεις να εξαρτηθούν περισσότερο από το αν η διακυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη θα κατορθώσει να αλλάξει το πολιτικό κλίμα της χώρας προσφέροντας έτσι εμμέσως και το πλαίσιο κίνησης του αντιπάλου. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας θα επιδιώξουν με πείσμα να βραχυκυκλώσουν την αλλαγή και θα βρουν ως κοινό παρονομαστή έναν διχαστικού τύπου αντιδεξισμό. Πρώτον, γιατί στην εκλογική του βάση υπεραντιπροσωπεύεται το παραδοσιακό λαϊκιστικό στοιχείο, ενώ είναι πολύ πιο αδύναμο το εκσυγχρονιστικό. Αυτή είναι εξάλλου η μεγαλύτερη διαφορά από το μεταπολιτευτικό ΠΑΣΟΚ. Δεύτερον, γιατί ο Τσίπρας παρά τις ικανότητές του, είναι επιρρεπής στις συχνές για ηγέτη πολιτικές «στροφές» και στην επικοινωνιακή διαχείριση. Ασφαλώς θα είναι ο κυρίαρχος του εσωκομματικού παιχνιδιού. Δεν είναι όμως σίγουρο ότι έχει τις καθαρές αντιλήψεις ώστε να επιβάλει έναν σταθερό αναπροσανατολισμό στο κόμμα, πόσω μάλλον όταν η εκλογική του βάση σπρώχνει προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Το σκηνικό δεν αποκλείει την επιβίωση τρίτου πόλου, αλλά το ΚΙΝΑΛ θα χρειαστεί να επιβεβαιώσει την αυτονομία του επαναφέροντας το στοίχημα της ευρύτερης Δημοκρατικής Παράταξης που χάθηκε στον δρόμο.
Συνοπτικά, η νέα φάση θα καθοριστεί από το πόσο πειστική θα γίνεται στην κοινωνία η διαδικασία ανασύνταξης της χώρας, την ίδια ώρα που ο νέος δικομματισμός θα τροφοδοτεί για καιρό ακόμα όπως φοβάμαι, διχαστικές και πολωτικές δυναμικές.
Ο Γιάννης Βούλγαρης είναι ομότιμος καθηγητής
του Παντείου Πανεπιστημίου