Μοιάζουν η επιτομή της κινδυνολογίας τα όσα είπε χθες ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας για τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού. «Αν πέσει η ΔΕΗ, θα πέσει η χώρα» δήλωσε σε τηλεοπτική του συνέντευξη.
Οι τόνοι είναι ασφαλώς δραματικοί. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν είναι κινδυνολογικός ο λόγος αυτός. Αυτή ακριβώς είναι η κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η μεγαλύτερη επιχείρηση της χώρας και αυτός ακριβώς είναι ο κίνδυνος που θα συνεπαγόταν η κατάρρευσή της. Ο πάταγος από την πτώση μιας τέτοιου μεγέθους επιχείρησης είναι βέβαιο πως θα παρέσυρε στο σύνολό της την ελληνική οικονομία. Για να πειστεί κανείς, αρκεί να θυμηθεί πως πριν από δέκα και πλέον χρόνια ένα μεσαίου μεγέθους χρηματοπιστωτικό ίδρυμα προκάλεσε την κρίση όχι μόνο της αμερικανικής αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας.
Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να αποφευχθεί ο κίνδυνος της κατάρρευσης από ένα θαρραλέο σχέδιο σωτηρίας. Δεν είναι όμως αρκετή η πολιτική βούληση του αρμόδιου υπουργού. Η κρίση της ΔΕΗ πρέπει να αντιμετωπιστεί με τη συναίνεση που επιβάλλει ένα εθνικό θέμα. Δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να γίνει αντικείμενο ανέξοδης αντιπολίτευσης από πολιτικές δυνάμεις και συνδικάτα.
Συναίνεση προς την κυβέρνηση δεν σημαίνει και λευκή επιταγή. Σημαίνει όμως πως η ΔΕΗ δεν πρέπει να γίνει αντικείμενο μικροπολιτικών παιχνιδιών και επιδιώξεων, αλλά ούτε και αντικείμενο εκμετάλλευσης γύρω από τις ευθύνες για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει. «Δεν έχει χρήματα ούτε για να αγοράσει κολόνες» είπε ακόμη ο υπουργός. Κι αυτό αρκεί.