Μεταξύ των συνταγματικών διατάξεων που κρίθηκαν αναθεωρητέες από την προηγούμενη Βουλή περιλαμβάνεται και το άρθρο 54 παρ. 1 Συντ., το οποίο προβλέπει (α) ότι το εκλογικό σύστημα και οι εκλογικές περιφέρειες ορίζονται με (τυπικό) νόμο, που (β) ισχύει καταρχήν από τις μεθεπόμενες εκλογές, εκτός αν προβλέπεται η ισχύς του άμεσα από τις επόμενες εκλογές με ρητή διάταξη που ψηφίζεται με την πλειοψηφία τουλάχιστον των δύο τρίτων (200) του όλου αριθμού των βουλευτών. Η ανωτέρω υπό (β) ρύθμιση θεσπίστηκε με την αναθεώρηση του 2001 για να σταματήσει το διαχρονικό κατάντημα «κάθε εκλογή σχεδόν να έχη και τον εκλογικόν της νόμον» (Αλ. Βαμβέτσος), που συνεχίστηκε και στη Μεταπολίτευση. Μολονότι η ρύθμιση αυτή δεν κατάφερε τελικά να εξασφαλίσει κάποια σταθερότητα του εκλογικού συστήματος, αφού μετά τη θέσπισή της το εκλογικό σύστημα άλλαξε ήδη τρεις φορές (ν. 3231/2004, ν. 3636/2008, ν. 4406/2016), εν τούτοις αφαίρεσε από την εκάστοτε κοινοβουλευτική πλειοψηφία τη δυνατότητα χρήσης του εκλογικού συστήματος ως μέσου για την εξυπηρέτηση των συγκυριακών κομματικών της συμφερόντων, και συνάντησε τη διεθνή επιδοκιμασία ως παράδειγμα «καλής πρακτικής» στο πεδίο του συνταγματικού εκλογικού δικαίου. Πάντως είναι μια ρύθμιση που δεν έχει θεματική συνάφεια με το εκλογικό σύστημα, είτε με τη στενή έννοιά του, δηλαδή με το συγκεκριμένο είδος του (αναλογικό, πλειοψηφικό, μεικτό, κ.λπ.), είτε με την ευρεία έννοιά του, που περιλαμβάνει και τον καθορισμό των εκλογικών περιφερειών και τον τρόπο εκλογής των βουλευτών (με ή χωρίς σταυροδοσία), και θα μπορούσε να περιληφθεί και σε ξεχωριστή διάταξη από εκείνη του άρθρου 54 παρ. 1 Συντ.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ