Δεν χρειαζόταν να είναι κανείς στενός παρατηρητής των τεκταινομένων στην περιοχή της Μεσογείου για να υποθέσει πως αργά ή γρήγορα η Αγκυρα θα χρησιμοποιούσε το Μεταναστευτικό όχι μόνο ως απειλή για να επιτύχει τους όποιους σκοπούς της, αλλά και ως αντίποινα στις κυρώσεις που της επιβλήθηκαν από τις Βρυξέλλες για την έκνομη δραστηριότητά της στην κυπριακή ΑΟΖ.

Ακόμη κι αν η απειλή του τούρκου υπουργού Εξωτερικών δεν αφορούσε την Κοινή Δήλωση του 2016 ανάμεσα στην ΕΕ και την Τουρκία, αλλά τη μεταξύ τους Συμφωνία Επανεισδοχής, την οποία η Αγκυρα δεν εφαρμόζει από πολλού, είναι σαφές πως η τουρκική πολιτική κινείται στην κατεύθυνση της κλιμάκωσης και όχι σε εκείνη της εκτόνωσης.

Είναι γνωστό πως η χώρα μας βρίσκεται στο μέσο ενός διαρκούς κυκλώνα. Και είναι ακριβώς σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες που καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στην ανάγκη να συγκρατήσει τις προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές και την υποχρέωση να σταθεί αλληλέγγυα σε όσους πρόσφυγες και μετανάστες περνούν τα σύνορά της.

Η ισορροπία αυτή δεν επιτυγχάνεται ασφαλώς με δηλώσεις περί μεταναστών που λιάζονται ή εξαφανίζονται. Δεν εξασφαλίζεται βεβαίως ούτε με απειλές περί εξαγωγής τζιχαντιστών. Στον κυκλώνα που επιβάλλει από τη μια πλευρά τη διασφάλιση των συνόρων και από την άλλη την εξασφάλιση αξιοπρεπών συνθηκών φιλοξενίας, απαιτείται μια δραστήρια και ενεργητική μεταναστευτική πολιτική με καθαρές θέσεις και βιώσιμες προτάσεις. Μια πολιτική που θα αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τους κυκλώνες.