Δύο είναι τα ζητήματα που άλλαξαν τα τελευταία χρόνια το πρόσωπο της Ευρώπης και έδωσαν φτερά στον λαϊκισμό και την Ακροδεξιά: η οικονομική κρίση και η μετανάστευση. Στην Ελλάδα, ειδικότερα, η πρώτη έφερε στην εξουσία τον ΣΥΡΙΖΑ και η δεύτερη διόγκωσε το εθνικό όνειδος που ονομάζεται Χρυσή Αυγή.
Με την υποχώρηση της κρίσης, και την ανάληψη της εξουσίας από τη Νέα Δημοκρατία, γεννιούνται βάσιμες ελπίδες ότι η χώρα θα επιστρέψει στην κανονικότητα. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τη μετανάστευση: η κατάσταση στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, και ιδιαίτερα στη Λέσβο, όχι μόνο δεν εξομαλύνεται, αλλά αντίθετα επιδεινώνεται.
Το Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης στη Μόρια, με δυναμικότητα 3.000 ανθρώπων, «φιλοξενεί» σήμερα 7.213 πρόσφυγες και μετανάστες, που σύντομα μπορεί να ξεπεράσουν τους 9.000. Αν δεν ληφθούν μέτρα αποσυμφόρησης, το νησί θα ζήσει και πάλι τις τραγικές εικόνες του περασμένου Σεπτεμβρίου που διέσυραν διεθνώς τη χώρα.
Αντίθετα με την προηγούμενη κυβέρνηση, που κατηγορήθηκε για προχειρότητα, ανευθυνότητα και κακοδιαχείριση των ευρωπαϊκών πόρων, η σημερινή μοιάζει να αντιλαμβάνεται την κρισιμότητα του προβλήματος. Μια από τις πρώτες ενέργειες του νέου υπουργού Προστασίας του Πολίτη ήταν να επισκεφθεί τη Μόρια. Αλλά οι καλές προθέσεις δεν αρκούν. Χρειάζεται οργάνωση, συντονισμός, συνεννόηση με τους ευρωπαϊκούς φορείς και, πάνω απ’ όλα, ανθρωπιά.
Το Μεταναστευτικό είναι ένα σύνθετο θέμα. Δεν θα λυθεί ούτε με μια πολιτική ανοιχτών συνόρων ούτε με φασιστικού τύπου μέτρα όπως εκείνα που λαμβάνουν ο Σαλβίνι και ο Ορμπαν. Η Ελλάδα έχει σηκώσει βάρος μεγαλύτερο από αυτό που της αναλογεί. Εχει δώσει όμως και μαθήματα φιλοξενίας. Και όσο της επιτρέπουν οι δυνάμεις της, θα συνεχίσει να τα δίνει.