Τον Αύγουστο του 1969 οι ΗΠΑ ήταν μια χώρα διχασμένη. Οι συγκρούσεις για τη σεξουαλική απελευθέρωση, τα πολιτικά δικαιώματα των Αφροαμερικανών και ο πόλεμος του Βιετνάμ όριζαν την ημερήσια διάταξη. Στις 15 εκείνου του μήνα περίπου μισό εκατομμύριο άνθρωποι συνέρρευσαν στη μικρή γαλακτοκομική φάρμα του Μαξ Γιασγκούρ στο Μπέθελ, 69 χλμ. νοτιοδυτικά του Γούντστοκ της Νέας Υόρκης. Εκείνοι θα άκουγαν τη συναυλία της ζωής τους. Οι διοργανωτές – ο 24χρονος μουσικός παραγωγός Μάικλ Λανγκ, ο συνομήλικός του Τζον Ρόμπερτς και οι Αρτι Κόρνφελντ και Τζόελ Ρόουζενμαν – θα κέρδιζαν από το εισιτήριο των 6 δολαρίων. Τελικά συμμετείχαν όλοι σε μία από τις σημαντικότερες στιγμές της ροκ εν ρολ μουσικής, αλλά και της αντικουλτούρας των sixties. Πάνω στη σκηνή εμφανίστηκαν, εκτός άλλων, η Τζάνις Τζόπλιν, ο Τζο Κόκερ, ο Κάρλος Σαντάνα, ο Τζίμι Χέντριξ, οι Who, οι Jefferson Airplane, οι Grateful Dead, ιερά τέρατα της ροκ, της ποπ και της κάντρι. Κάτω από τη σκηνή και μετά την τρίτη ημέρα του Φεστιβάλ (όταν οι θεατές άρχισαν να σχηματίζουν το μεγαλύτερο μποτιλιάρισμα στις ΗΠΑ, χωρίς να γνωρίζουν ότι υπάρχει και τέταρτη ημέρα) ξεκίνησε η «μυθολογία» του Γούντστοκ. Ηταν το Εθνος που διαδήλωνε ή απλώς ένα Φεστιβάλ; Η αρχή της επανάστασης ή η αρχή του τέλους της αθωότητας; Στις δεκαετίες που ακολούθησαν ο μύθος πέρασε στη συλλογική μνήμη ως ανεπανάληπτη εμπειρία. Κι έτσι ήταν. Η δεκαετία του 1970 συνεχίστηκε με τους δικούς της αντιήρωες, για να δώσει τη σκυτάλη στον Ρόναλντ Ρίγκαν. Τον υπερσυντηρητικό κυβερνήτη της Καλιφόρνιας, θερμό υποστηρικτή του πολέμου του Βιετνάμ εν έτει 1969.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ