Τις τελευταίες μέρες αχνοφαίνεται μια στροφή σε κείμενα «γενικού Ελληνισμού». Από την ανάλυση της «φιλελεύθερης θεραπείας» (διά πάσα αριστερή νόσο), πολλοί – αξιόλογοι – γραφείς, πορεύονται στην ανάλυση του «ψυχισμού» του Ελληνα. Λογικό. Τα σημάδια από τις επιλογές της κυβέρνησης δεν είναι πολύ ενθαρρυντικά. Παλαιοκομματισμός και κομματικοί διορισμοί οδηγούν σε αγρανάπαυση την καθαρολογία, που θεωρούσε ως έναρξη της Ιστορίας την 7η Ιουλίου και που συσπείρωσε πολλούς «αντι-ΣΥΡΙΖΑ» διανοούμενους. Η εξυγίανση φαίνεται πως αργεί. Ετσι αρκετοί καταφεύγουν στη γενική περιγραφή των γνωστών «φυλετικών» – πολιτισμικών ελαττωμάτων, που τους γλιτώνει από το να δικαιολογούν τα κυβερνητικά αδικαιολόγητα. Εν τούτοις, γράφονται αρκετά και ενδιαφέροντα. Ομως η αναλυτική τεχνική να υπερεντοπίζονται κουσούρια, πάλι μια φιλαρέσκεια κρύβει. Η αντίληψη ότι οι Ελληνες είτε αποτελούμε την επιτομή του προτερήματος είτε την επιτομή του ελαττώματος την ίδια παραπειστική ερμηνεία εγκαθιστά. Ο αντιρεαλισμός στην ερμηνεία και στις πολιτικές εφαρμογές – στην εξωτερική πολιτική, στην άμυνα, στην οργάνωση του κράτους – είναι το διαρκές πρόβλημα. Ο αντιρεαλισμός είτε εξαντλείται σε έναν «ρεαλισμό του μικρού» είτε σε μια ατέρμονα αναγωγή που αναπηδάει πάνω από τα δεδομένα. Για την ελληνική πολιτική παραγωγή και στη μια και στην άλλη περίπτωση «πετάει ο γάιδαρος». Η μεν Νέα Δημοκρατία έχει τον ρεαλισμό της μικροεπίτευξης (δικά της παιδιά παντού, σε ένα αδιαπέραστο και αιχμαλωτιστικό δίκτυο που όμως βοηθάει την κάρπωση της εξουσίας), η δε Αριστερά σε μια θεωρητική μερικότητα – ας τον πούμε φορμαλιστικό δικαιωματισμό -, που αποκρύπτει το πραγματικό, προς χάριν μιας άσαρκης ιδεοκρατίας. Η κριτική σκέψη και η επιτέλεση λείπουν από τις θεωρήσεις. Η πρώτη δουλεύει με τους όρους πιάτσας, η δεύτερη με τους όρους «ταξίδι στο φεγγάρι». Το πραγματικό διαφεύγει κι από τις δύο απλουστεύσεις. Ετσι η αναγκαστική στροφή στη στρατόσφαιρα της κριτικής «εθνικών» χαρακτηριστικών πετάει την μπάλα στην εξέδρα. Η χώρα ως ελάττωμα, με τη χώρα ως εξαίρεση, εκκινούν από ένα παρεμφερή εγωισμό. Ενα είδος μεγαλοϊδεατισμού καλυμμένου και αδρανοποιητικού. Το χειρότερο είναι ότι δεν επιτρέπουν ούτε την ανάγνωση ούτε την απόφαση. Ούτε τον εντοπισμό του καίριου προβλήματος ούτε τη διόρθωσή του. Αυτή η φύση των «ευαισθησιών», ή των διαφορετικών «φυσικών» πολιτικών χαρακτηριστικών, επιβάλλει και τα μοντέλα αντιπολιτεύσεως. Δεν είναι τυχαίο, η Νέα Δημοκρατία ως αντιπολίτευση αντιδρούσε πανικόβλητα, κυρίως όταν η κυβέρνηση προσπαθούσε να ελέγξει κάποια δομή. «Παντού βάζουν κομματικούς εγκάθετους». Σαν να έκλεβε ο ΣΥΡΙΖΑ τα σπλάγχνα της, σαν να αφαιρούσε τη φύση της, την τεχνογνωσία της. Σήμερα πράττει χοντροκομμένα και χωρίς περίσκεψη πολύ χειρότερα.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ