Τα πηλήκια, τα ξυρισμένα κεφάλια, τα σχολικά σήματα στο πέτο, οι ποδιές, η μέτρηση του μήκους της φούστας με τη μεζούρα, οι κορδέλες στα μαλλιά, οι κοτσίδες, οι κάλτσες μέχρι το γόνατο, οι φουφούλες στη γυμναστική, η επιτηδευμένη σεμνότητα, η εσωστρέφεια της περιφέρειας και του συνοικισμού, η γκρίζα ομοιομορφία. «Επαρχία, επαρχία, όλα τα σφάζεις. Λυσσάς και ράβεις και κεντάς κι όλο σπαράζεις»*. Σαν σπαραγμός από κείμενο του Μάνου Ελευθερίου, σαν περιγραφή της Λιλής Ζωγράφου, σαν ανάμνηση του Γιάννη Ξανθούλη. Σαν να ζωντάνεψαν οι λέξεις από τη «Μεθυσμένη Πολιτεία» του Σωτήρη Πατατζή, από το «Τέλος της μικρής μας πόλης» του Δημήτρη Χατζή. Κι εκείνα τα πλάνα με τη διαπόμπευση του κουρεμένου «Ευαγγέλου» από τον «Νόμο 4000» του Δαλιανίδη που όταν τα έβλεπα, στα κρυφά, μικρή στην τηλεόραση με τρόμαζαν περισσότερο από τις ταινίες με δράκους και μάγισσες. Και στην πιο ανάλαφρη εκδοχή του, το συμβούλιο των καθηγητών στο «Χτυποκάρδια στο θρανίο».
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ