Η αφορμή είναι κινηματογραφική. Το ερώτημα, όμως, ο γενικότερος προβληματισμός, δεν αφορά μόνο τη μεγάλη οθόνη αλλά και το θέατρο. Και δεν μιλάω για τον δημιουργό, δηλαδή τον σεναριογράφο, τον συγγραφέα ή, κυρίως, τον σκηνοθέτη και τη δική του ματιά πάνω στην ιστορία. Αλλά αναφέρομαι στον ηθοποιό και τη δική του ευθύνη για το πρόσωπο του ρόλου που παίζει, όταν είναι πραγματικό – είτε ιστορικό είτε σύγχρονο.

Ο Χρήστος Λούλης είναι ο κινηματογραφικός Γιάνης Βαρουφάκης στην ταινία του Κώστα Γαβρά «Ενήλικοι στο δωμάτιο». Με την αποδοχή του ρόλου και εν συνεχεία με την ερμηνεία του σημαίνει ότι συμφωνεί με τον ήρωά του, ότι τον δικαιολογεί;

Οχι βέβαια. Ο ηθοποιός είναι το όργανο μέσα από το οποίο ο ήρωας παίρνει σάρκα και οστά. Δεν χρειάζεται να συμφωνείς με τον Ιούδα για να τον ερμηνεύσεις ούτε να ταυτιστείς με τον Χίτλερ για να τον μεταφέρεις στην οθόνη ή τη σκηνή. Αλίμονο. Αντιθέτως κάθε κόντρα ρόλος είναι για τους ηθοποιούς, όπως το παραδέχονται ευκαιρίας δοθείσης, πολύ πιο ενδιαφέρων, γιατί σε πάει παρακάτω, σε νέα μονοπάτια.

Ωστόσο το ερώτημα που θα μπορούσε να θέσει κανείς είναι αν ένας ηθοποιός συμμετέχοντας σε μια παραγωγή επιβεβαιώνει, με την παρουσία του, τη ματιά του σκηνοθέτη πάνω στο θέμα.

Στην καθημερινή μας ζωή, λέμε, πολύ συχνά, ότι είμαστε οι επιλογές μας. Προφανώς κάτι τέτοιοι ισχύει και στο θέατρο, επιλέγοντας με ποιους θα πάμε και ποιους θα αφήσουμε. Ο ηθοποιός επιλέγοντας ένα ρόλο δηλώνει το ενδιαφέρον του για μια συνεργασία – με σκηνοθέτη, ηθοποιούς, αλλά και τη γοητεία που ασκεί πάνω του το πρόσωπο που θα υποδυθεί. Μια γοητεία, άλλοτε θετική άλλοτε αρνητική, που ωστόσο δεν μεταφράζεται σε ταύτιση. Η δουλειά του ηθοποιού είναι υποδύεται και όχι μέσα από αυτό που υποδύεται να δηλώνει αν συμφωνεί ή όχι.

Φυσικά και κάθε καλλιτέχνης έχει ευθύνη, από τη στιγμή που ως δημόσιο πρόσωπο ενδέχεται να στέλνει ένα μήνυμα μέσα από αυτό που κάνει. Αλλά πάνω απ΄όλα κρίνεται για την καλλιτεχνική του απόδοση. Κι αν αυτή στεφθεί με επιτυχία, τότε σημαίνει ότι έκανε καλή δουλειά, μελέτησε, έψαξε, προσπάθησε. Αλίμονο αν ποινικοποιήσουμε και τις επιλογές στην τέχνη, προς όφελος μιας κάποιας «political correctness».