Οι αποφάσεις στις οποίες κατέληξε η διακομματική επιτροπή που συζητούσε το ζήτημα της ψήφου των εκλογέων του εξωτερικού, δικαιώνουν, δυστυχώς, τους φόβους των επιφυλακτικών. Το ζήτημα-κλειδί ήταν, εξαρχής, το γεγονός πως την ελληνική ιθαγένεια, λόγω του jus sanguini, έχει μεγάλη μερίδα του ομογενειακού πληθυσμού, κάποια εκατομμύρια. Αν διευκολύνονταν να ασκήσουν το εκλογικό δικαίωμα η εκλογική βάση θα μεγάλωνε ξαφνικά και ανυπολόγιστα. Το πολιτικό σύστημα γνώριζε ότι θα βουτήξει σε βαθιά αχαρτογράφητα νερά. Συμφώνησε, λοιπόν, η επιτροπή να «ξεπεράσει» το πρόβλημα αυτό, με την πιστοποίηση της παρουσίας των εκλογέων του εξωτερικού για τουλάχιστον δύο χρόνια στην Ελλάδα τα τελευταία 35 έτη και με προϋπόθεση εγγραφής στους ειδικούς καταλόγους την ενεργή οικονομική και φορολογική σχέση με την Ελλάδα, με την κατοχή ενεργού ΑΦΜ. Να ξεκαθαρίσουμε κάτι: η σύγκριση της χώρας μας με άλλες χώρες, με άλλα συντάγματα, με άλλο δίκαιο ιθαγένειας, με άλλη έννομη τάξη είναι μεθοδολογικά και κατ’ ουσίαν λάθος, νέτα σκέτα. Στην Ελλάδα η σύνδεση της ιδιότητας του πολίτη με την ύπαρξη περιουσίας είναι ζήτημα λυμένο από τον 19ο αιώνα και είναι απορίας άξιον γιατί θεωρήσαμε καλή ιδέα να το επαναφέρουμε το 2019. Στην Ελλάδα υπάρχει δίκαιο του αίματος, όχι του εδάφους, γι’ αυτό την ελληνική ιθαγένεια αποκτά αυτομάτως όποιος έχει γεννηθεί από Ελληνες, όπου κι αν βρίσκεται, και δεν αποκτά εύκολα αλλοδαπός ακόμη κι αν ζει εδώ για πολλά χρόνια. Στο άρθρο 51 του Συντάγματος, η ψηφοφορία ορίζεται ως «άμεση, καθολική και μυστική». Καθολική. Και ορίζεται ότι «ο νόμος δεν μπορεί να περιορίσει το εκλογικό δικαίωμα παρά μόνο αν δεν έχει συμπληρωθεί κατώτατο όριο ηλικίας η για ανικανότητα δικαιοπραξίας η ως συνέπεια αμετάκλητης ποινικής καταδίκης για ορισμένα εγκλήματα».
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ