Στις πρόσφατες εθνικές εκλογές, οι πολίτες έδωσαν ένα πολιτικό τέλος στη θλιβερή κοινοβουλευτική παρουσία της Χρυσής Αυγής. Το νεοναζιστικό μόρφωμα είχε ήδη αρχίσει να διαλύεται μέσα από αποχωρήσεις μελών, εκβιασμούς, αλληλοκατηγορίες και «καρφώματα». Είναι σαφές πως η δίκη της Χρυσής Αυγής ήταν καταλυτική όχι μόνο για τη δημόσια εικόνα του κόμματος αλλά και για την ανάδειξη της εσωτερικής λειτουργίας της οργάνωσης. Αναφερόμενος μάλιστα στην κατηγορία της διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης, την οποία αντιμετωπίζει ο Ν. Μιχαλολιάκος είπε θυμωμένος: «Ποια εγκληματική οργάνωση; Εμείς ήμασταν γνωστοί στο πανελλήνιο εδώ και 30 χρόνια. Με ποιο σκεπτικό όλοι αυτοί που εξέλεξε ο ελληνικός λαός είναι μέλη της εγκληματικής οργάνωσης; Πώς είναι δυνατόν να κάνω εγώ εγκληματική οργάνωση με έναν πρώην πασόκο που πουλούσε τυρόπιτες στο Περιστέρι (εννοεί τον Στ. Μπούκουρα), με τον Κουκούτση που ήταν ο ορισμός του παλαιοκομματισμού και του Μαυρογιαλούρου και με έναν ακόμη που έβοσκε πρόβατα στην Αιτωλοακαρνανία;». Κι όμως∙ αυτοί ήταν το «προσωπικό» της οργάνωσης. Τα ίδια περίπου υποστήριξε ο Μιχαλολιάκος και για την «πολιτική ευθύνη» που ανέλαβε για τη δολοφονία του Φύσσα: «Με το ρήμα “αναλαμβάνουμε” εννοούμε ότι έχουμε χρεωθεί το πολιτικό κόστος». Αν υπάρχει κάτι ενδιαφέρον στη δικογραφία της Χρυσής Αυγής και στις καταθέσεις των μελών της είναι ότι πέρα από την εγκληματική πράξη φανερώνεται ταυτόχρονα και ο πυρήνας της ιδεολογίας της: η ρευστοποίηση, δηλαδή, της ηθικής ευθύνης, η διαρκής μετατόπισή της, η επιλεκτική επίκλησή της.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ