Πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι, λέει ο λαός. Ισχύει για τους ανθρώπους, ισχύει και για τα κόμματα. Μέχρι να πεθάνουν δεν αλλάζουν τις συνήθειές τους. Πάρτε τον ΣΥΡΙΖΑ. Από τότε που «ενηλικιώθηκε», έχει δύο γραμμές, μία μνημονιακή, μία αντιμνημονιακή. Μία φρασεολογία εσωτερικού, μία εξωτερικού. Πολλές φορές μπερδεύονται και τα ίδια τα στελέχη του: άλλοτε παίζουν σε δεξιά θέση, άλλοτε σε αριστερή.
Πρωταθλητής σε αυτό το παιχνίδι είναι χωρίς αμφιβολία ο Αλέξης Τσίπρας. Στην Επιτροπή για το Σύνταγμα προκρίνει τη συναίνεση, στην Επιτροπή για τη Novartis την ένταση – κι ας έκανε πίσω την τελευταία στιγμή. Υπέρμαχος των επενδύσεων, όπως αναγνώρισε ακόμη και ο κινέζος πρόεδρος, υπερασπίζεται ταυτόχρονα και τους καταληψίες σπιτιών ή πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Δεν έχει πρόβλημα να υμνήσει και τη Μέρκελ και τον Μοράλες. Αποκορύφωμα του δυϊσμού του ήταν η καλή παρέα που έκανε προχθές το βράδυ στο Προεδρικό Μέγαρο με τον Αδωνη Γεωργιάδη, τον άνθρωπο που το κόμμα του δεν παύει να χαρακτηρίζει ακροδεξιό.
Πρόκειται για αντίφαση ή για σκόπιμη στρατηγική; Μάλλον το δεύτερο. Καλλιεργώντας μια θολή ταυτότητα, μετεωριζόμενος μεταξύ λαϊκισμού και ρεαλισμού, ο πρώην πρωθυπουργός προσδοκά να κρατήσει τους αριστερούς του ψηφοφόρους και να προσελκύσει τους απογοητευμένους τόσο από την Κεντροαριστερά όσο και από την Κεντροδεξιά. Διατηρώντας δύο πρόσωπα, ένα μεταρρυθμιστικό και ένα ριζοσπαστικό, θέλει να δείξει ότι αποτελεί μια αξιόπιστη εναλλακτική κυβερνητική λύση.
To κακό γι’ αυτόν είναι ότι ο λαός έχει μνήμη. Και η μνήμη δεν έχει πολλά πρόσωπα, μία είναι και συντριπτική.