Η ηλεκτρονική ψηφοφορία που διεξήχθη στο Τμήμα Πληροφορικής του ΕΚΠΑ προσφέρεται για χρήσιμα συμπεράσματα τόσο ως γεγονός αυτό καθαυτό αλλά και ως προς το αποτέλεσμά της. Οι «πληροφορικάριοι», ως καθ’ ύλην αρμόδιοι μάλλον, είναι οι πρώτοι που αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν την τεχνολογία για να διευρύνουν την εκλογική τους βάση. Για να δώσουν, με άλλα λόγια, μεγαλύτερη δημοκρατική νομιμότητα στις αποφάσεις που σχετίζονται με την ακαδημαϊκή τους ζωή. Ποιος, αλήθεια, θα μπορούσε να πει «όχι» σε μια τέτοια διεύρυνση;
Μια απάντηση μπορεί να δώσει η κάλπη. Σύμφωνα με το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας, το 80% των φοιτητών απέρριψε την πρόταση της κατάληψης. Το συντριπτικό αυτό ποσοστό ζήτησε να συνεχιστούν κανονικά τα μαθήματα της σχολής. Απέρριψε δηλαδή αποφάσεις που συνήθως λαμβάνουν στις συνελεύσεις οι πιο ενεργές πολιτικά μειοψηφίες. Αυτή η απόρριψη εξηγεί ενδεχομένως και τη δυσανεξία εκείνων που κόπτονται υπέρ της δημοκρατίας στην ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμότητας. Και γι’ αυτό με τη σειρά τους απορρίπτουν την ηλεκτρονική ψηφοφορία. Αυτό που τους καθοδηγεί είναι ο φόβος να επαναληφθεί το ίδιο αποτέλεσμα και σε άλλες σχολές και τμήματα.
Αυτός ο φόβος, ωστόσο, ο οποίος εκδηλώνεται με δυναμικές αντιδράσεις ή ακόμη και απειλές, δεν πρέπει να πτοήσει την ακαδημαϊκή κοινότητα. Τα πανεπιστήμια, όπως οτιδήποτε άλλο εφαρμόζει δημοκρατικές διαδικασίες, δεν μπορεί να είναι όμηροι μειοψηφιών. Μπορεί και πρέπει μόνο να οδηγούνται από τις αποφάσεις της πλειοψηφίας, όπως προβλέπει ο βασικός δημοκρατικός κανόνας.