Η εικόνα σχετικά με όσα συνέβησαν στο Κουκάκι δεν είναι καθαρή. Παραμένει θολή από τους εκ διαμέτρου αντίθετους ισχυρισμούς της Αστυνομίας, από τη μία πλευρά, και της οικογένειας που κατοικεί δίπλα στο κατειλημμένο κτίριο, από την άλλη. Οι ισχυρισμοί διαφέρουν τόσο ως προς την πιθανότητα της εμπλοκής των παιδιών στην κατάληψη όσο και ως προς την πιθανότητα άσκησης βίας εκ μέρους της Αστυνομίας.
Το μόνο βέβαιο είναι πως άσκησαν βία οι καταληψίες – οι ίδιοι παραδέχθηκαν πως εκτόξευσαν πλήθος αντικειμένων εις βάρος των αστυνομικών. Αυτή η βία είναι ασφαλώς καταδικαστέα. Αλλά αυτό που προέχει αυτή τη στιγμή είναι η διερεύνηση σε βάθος του τρόπου με τον οποίο ενήργησε η Αστυνομία. Υπερέβη τα εσκαμμένα; Ή ενήργησε σε ένα πλαίσιο ανεκτό για τέτοιου είδους επιχειρήσεις;
Θα ήταν ασφαλώς λάθος να οδηγηθεί κανείς σε βιαστικά συμπεράσματα. Θα ήταν εξίσου λάθος όμως να μην αποδοθούν ευθύνες εάν και εφόσον υπάρχουν. Η μη απόδοση ευθυνών θα έστελνε το λάθος μήνυμα στους ίδιους τους αστυνομικούς, καθώς θα τους έδινε την εντύπωση πως θα μπορούν να συμπεριφέρονται κατά παράβαση των καθηκόντων τους χωρίς καμία συνέπεια.
Η κοινωνία χρειάζεται την Αστυνομία. Αλλά τη χρειάζεται δίπλα της και όχι απέναντί της. Η αποκατάσταση της νομιμότητας, την οποία επιζητούν οι πολίτες στην πλειονότητά τους, δεν μπορεί να περάσει μέσα από την κρατική αυθαιρεσία και παραβατικότητα. Η σε βάθος έρευνα είναι η απόδειξη αυτής της αντίληψης.