Η διαμαρτυρία είναι δικαίωμα όχι μόνο αναγνωρισμένο από το Σύνταγμα, αλλά και στη συνείδηση του κάθε πολίτη αυτής της χώρας. Δεν είναι δικαίωμα όμως η αναστάτωση της ζωής της πόλης και των πολλών από τους λίγους. Αντίθετα, είναι μια κατάχρηση, στην οποία η πλειονότητα και των πολιτών και των πολιτικών δυνάμεων ζητούν εδώ και χρόνια να μπει τέλος.
Η ρύθμιση του καθεστώτος των διαδηλώσεων είναι από αυτήν την άποψη απαραίτητη. Και πρέπει να τύχει της στήριξης, ή τουλάχιστον της καλοπροαίρετης συμμετοχής στον σχετικό διάλογο, όλων εκείνων που για αντιπολιτευτικούς, ιδεοληπτικούς ή συνδικαλιστικούς λόγους θέλουν να διατηρηθεί το σημερινό καθεστώς. Να συνεχίσουν, δηλαδή, σαράντα ή πενήντα διαδηλωτές να προκαλούν έμφραγμα στην πρωτεύουσα με την πλάνη πως κάτι τέτοιο θα βοηθήσει στην κατεύθυνση της ικανοποίησης των αιτημάτων τους.
Συμβαίνει πια ακριβώς το αντίθετο. Κανένα κύμα συμπαράστασης δεν προκαλείται και κανένα αντικυβερνητικό συναίσθημα. Οσοι εγκλωβίζονται στο κέντρο εξαιτίας των διαδηλώσεων δυσανασχετούν, ενώ το υπόλοιπο κοινωνικό σώμα αντιμετωπίζει τα αιτήματα με πλήρη αδιαφορία. Η κοινωνία δεν βλέπει πια τις αλλεπάλληλες διαδηλώσεις παρά σαν ακόμη μία ταλαιπωρία στην καθημερινότητά της.
Η προτεινόμενη από την κυβέρνηση ρύθμιση για τις πορείες βασίζεται σε προτάσεις που είχαν κατατεθεί το 2012 από ομάδα συμπολιτών μας, το κύρος, η δημοκρατική κουλτούρα και η επιστημονική επάρκεια των οποίων είναι αδιαμφισβήτητα. Εχει, με άλλα λόγια, τα εχέγγυα που απαιτούνται για να εξασφαλιστεί το ιερό δικαίωμα στη διαμαρτυρία, αλλά και για να περιφρουρηθεί η ζωή σε μια πόλη που έως τώρα έχει πληρώσει αρκετά υψηλό τίμημα.