Η δεκαετία ξεκίνησε με το εξάλεπτο διάγγελμα του Γιώργου Παπανδρέου στο Καστελλόριζο. Και τελειώνει (πολιτικά, όχι μαθηματικά) με την περιφανή νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές του περασμένου Ιουλίου. Μεσολάβησαν όμως τόσα πράγματα, που υπό κανονικές συνθήκες θα χρειάζονταν πολλές δεκαετίες, όχι μία.
Μιλάμε φυσικά για την περίφημη «κρίση». Που συνοδεύτηκε από την άνοδο και την πτώση του ελληνικού φαιοκόκκινου λαϊκισμού. Η πιο μαζική διαδήλωση κατά του Μνημονίου, στις 5 Μαΐου 2010, είχε και τον πιο τραγικό απολογισμό: τους τρεις νεκρούς της Μαρφίν, για τους οποίους ακόμη δεν έχει αποδοθεί δικαιοσύνη. Οπως δεν έχει εκδοθεί ακόμη η ετυμηγορία του δικαστηρίου για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, σαράντα μήνες αργότερα, που θα σηματοδοτούσε την αρχή του τέλους της Χρυσής Αυγής.
Ηταν πράγματι μια βίαιη δεκαετία. Και την ευθύνη φέρει σε μεγάλο μέρος το αριστεροδεξιό υβριδικό σχήμα που κυβέρνησε τη χώρα για τεσσεράμισι χρόνια. Η βία δεν εκδηλώθηκε μόνο στους δρόμους. Ασκήθηκε και στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ από τον αρχηγό τους, με την περιφρόνηση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος: έστω και την τελευταία στιγμή, ο Αλέξης Τσίπρας συνειδητοποίησε ότι μόνο έτσι θα παρέμενε η χώρα στην ευρωζώνη. Ασκήθηκε και σε ολόκληρο τον ελληνικό λαό με τα capital controls που ακολούθησαν και την αχρείαστη επιπλέον λιτότητα.
Η Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία άντεξε. Το «κακομαθημένο παιδί της Ιστορίας», όπως έχει αποκαλέσει την Ελλάδα ο Κώστας Κωστής, η «διφυής και δισυπόστατος χώρα» σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό του Πέτρου Παπασαραντόπουλου, βγήκε από την τρικυμία πιο ώριμη και πιο ισχυρή. Και με μια έντονη επιθυμία για κανονικότητα. Η επόμενη δεκαετία δεν θα είναι κατ’ ανάγκη ήρεμη. Ας έχει όμως τουλάχιστον λιγότερες ανατροπές.