Τα τελευταία χρόνια συνηθίζουμε να χαρακτηρίζουμε τις συγκρούσεις στη Συρία ως το αρχέτυπο των πολέμου «δι’ αντιπροσώπων» (proxy war). Παραδοσιακά, με τον όρο εννοούμε μια πολεμική αντιπαράθεση στην οποία εμπλέκονται δύο ή περισσότερα εξωτερικά κράτη χρησιμοποιώντας άλλες ένοπλες δυνάμεις (επίσημες και ανεπίσημες) και όχι τις δικές τους. Στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου αυτή ήταν η συνηθισμένη μέθοδος με την οποία λειτουργούσαν τα δύο μεγάλα στρατόπεδα, ΗΠΑ και ΕΣΣΔ. Στην περίπτωση της Συρίας τα πράγματα είναι περιπλοκότερα. Δεν μιλάμε για εμπλοκή μόνο δύο μερών, αλλά μιας σειράς κρατικών και μη κρατικών δρώντων που υποστηρίζουν άμεσα ή έμμεσα μια από τις δύο πλευρές για να προωθήσουν τα δικά τους συμφέροντα. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται κρατικοί δρώντες αλλά και ισλαμιστικά κινήματα και τρομοκρατικές οργανώσεις. Επί της ουσίας, στην περίπτωση της Συρίας, τυποποιήθηκε με έναν ιδιαίτερο τρόπο η εμπλοκή πολλών και διαφορετικών δρώντων στα πεδία των αντιπαραθέσεων της Μέσης Ανατολής. Αυτή την εμπλοκή την παρατηρούμε, όλο και εντονότερα, σε μια σειρά από χώρες της ευρύτερης Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής και κυρίως εκεί όπου υπάρχουν σε εξέλιξη εμφύλιες συγκρούσεις, όπως η Λιβύη και η Υεμένη, αλλά και σε χώρες που χαρακτηρίζονται από αστάθεια και αναταραχή, όπως το Ιράκ και ο Λίβανος.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ