Δραματικά ανεπίκαιρο και όμως πάντα ενδιαφέρον, το μυθιστόρημα αυτό εντάσσεται σε μια μακρά σειρά βιβλίων περί τα αγροτικά ήθη, με εύστοχες αποτυπώσεις της φύσης και με μια βολική για την εποχή σχηματοποίηση. Γιατί όμως να το διαβάσει κανείς έναν ολόκληρο αιώνα μετά την αρχική του έκδοση; Κατ’ αρχάς, γιατί ένα Νομπέλ είναι πάντα Νομπέλ, όσο κι αν πολύ συχνά αντιτιθέμεθα στις επιλογές του θεσμού. Δεύτερον, γιατί μια σχετικά ξεχασμένη πλην πετυχημένη συγγραφέας είναι πάντα μια πρόκληση. Τρίτον, γιατί μαθαίνουμε μερικά πράγματα για τη σχετικά άγνωστη Σαρδηνία. Και τέταρτον, γιατί όσο κι αν δυσανασχετήσει κανείς με την εμμονή των καθολικών με την αμαρτία και τη σκοταδιστική προσκόλληση σε μια θεολογία φερμένη από πολύ παλιά, το βιβλίο δεν παύει να μας φέρνει στον νου οικείες εικόνες οικογενειακών δραμάτων, κυριαρχικές φιγούρες μανάδων που κανακεύουν μέχρι θανάτου τον μοναχογιό τους και το κοινό στον χριστιανισμό – ένθεν κακείθεν του Σχίσματος – αίσθημα της ενοχής και της απώλειας.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ