Σ’ ένα μπαρ στη Στοκχόλμη, βραδάκι. Εξω δεν είχε ακόμη σκοτεινιάσει: το φως παρατείνεται για ώρα, διαυγές και σφοδρό, μια ακαθόριστη νοσταλγία που μοιάζει να μη θέλει να εξαφανιστεί. Στο μπαρ βρίσκονται Ιταλοί μαθητές, οι περισσότεροι από τη Ρώμη· μαθητές της τελευταίας τάξης του λυκείου, που μάλλον βρίσκονται σε σχολική εκδρομή ή σε ταξίδι επιβράβευσης. Ενας ψηλός και εύσωμος, πιο άνετος και πληθωρικός από τους υπόλοιπους, έχει μια κοπέλα καθισμένη στα γόνατά του… Κάποια στιγμή, αγκαλιάζοντας σφιχτά τον φίλο της, η κοπέλα ανακαλύπτει στο στήθος του, μέσα από το πουκάμισο, ένα μενταγιόν: το παίρνει στα χέρια, το κοιτάζει και λέει, δείχνοντας με το δάχτυλο: «Η Μαρία!». Το χέρι του νεαρού ξεπροβάλλει αστραπιαία κάτω από το φόρεμα του κοριτσιού και χτυπάει μ’ ένα ελαφρύ αλλά αποφασιστικό μπατσάκι τα γυναικεία δάχτυλα που κρατούν την εικόνα, ενώ αναφωνεί με αυστηρό τόνο: «Από πού κι ως πού αυτή η οικειότητα; Είναι η Παναγία!». Κι έτσι η καθολική ανατροφή, βαθιά ποτισμένη με το δόγμα της Μαριολατρίας, ευρέως αντιδημοφιλές στους προτεστάντες Σκανδιναβούς, επαναπροσδιορίζει τα όρια ανάμεσα στο ιερό και το βλάσφημο.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ