Η ισχνή εμπορική απήχηση των ηλεκτρικών μοντέλων, η αύξηση των πωλήσεων των SUV (κατέχουν το μεγαλύτερο μερίδιο στην Ευρώπη) και η συρρίκνωση των ντίζελ μοντέλων αποτελούν τις βασικές αιτίες που ο μέσος όρος εκπομπών διοξειδίων του άνθρακα (CO2) στη Γηραιά Ηπειρο αυξήθηκε, για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, κατά 1,3 γραμμάρια σε σχέση με το 2018. Συγκεκριμένα, το 2019 ο μέσος όρος εκπομπών CO2για τις ευρωπαϊκές αγορές ήταν στα 121,8 γραμμάρια/χλμ.

Ακόμη πιο χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι τρεις μεγάλες αγορές στην Ευρώπη παρουσίασαν τους υψηλότερους μέσους όρους, ρυπαίνοντας περισσότερο από κάθε άλλη χώρα, παρόλο που ο μέσος όρος ηλικίας των αυτοκινήτων τους είναι ο νεότερος σε σχέση με τις χώρες του Νότου (όπως η Ελλάδα.). Συγκεκριμένα, ο μέσος όρος εκπομπών αυξήθηκε στη Γερμανία, στη Βρετανία και στην Ιταλία έως και 3 γραμμάρια CO2 ανά χιλιόμετρο.

Σύμφωνα με τους αναλυτές, η βασική αιτία που αυξήθηκαν οι εκπομπές CO2 στην Ευρώπη είναι η απότομη στροφή των καταναλωτών στα μοντέλα βενζίνης, τα οποία, συγκριτικά με τα σύγχρονης τεχνολογίας ντίζελ αυτοκίνητα, παράγουν υψηλότερες εκπομπές CO2. Μια από τις χώρες που πέτυχε τα καλύτερα αποτελέσματα είναι η Γαλλία, όπου ο μέσος όρος μειώθηκε στα 111,1 γραμμάρια το 2019 από 112 γραμμάρια ανά χιλιόμετρο το 2018.

Σύμφωνα με την JATO Dynamic, ένας ακόμη σημαντικός λόγος που δεν βλέπουμε αλματώδη μείωση στις εκπομπές ρύπων είναι το γεγονός ότι τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα δεν είχαν έως και σήμερα την αναμενόμενη απήχηση που θα επιθυμούσαν οι αυτοκινητοβιομηχανίες (αν και τον περασμένο Ιανουάριο κατάφεραν τα ηλεκτρικά, υβριδικά-plug in να ξεπεράσουν το 13% στην Ευρώπη).

Οπως αναφέρουν οι ειδικοί αναλυτές, προς το παρόν τα ηλεκτρικά μοντέλα είναι η μόνη λύση που με τη μαζικότερη παραγωγή τους – και άρα τη σημαντική αύξηση του μεριδίου τους σε πωλήσεις στην Ευρώπη – θα συντελούσαν σε μια εμφανή μείωση του μέσου όρου των εκπομπών ρύπων στις περισσότερες χώρες της ΕΕ. Η Ελλάδα, δυστυχώς, συγκαταλέγεται στις χώρες που αύξησε σημαντικά τις εκπομπές ρύπων το 2019 σε σχέση με το 2018, κατά 4,6% (από 111,4 σε 116 γραμμάρια/χλμ.).

Σαφώς, η ύφεση που αναμένεται να δεχθεί η αγορά καινούργιου αυτοκινήτου στην Ευρώπη λόγω της επιδημίας του κορωνοϊού και το «φρένο» στις πωλήσεις σύγχρονων και αντιρρυπαντικών οχημάτων το 2020, είναι πολύ πιθανόν να εκτοξεύσει τον μέσο όρο ρύπων στις περισσότερες χώρες της Γηραιάς Ηπείρου, «τινάζοντας» στον αέρα όλα τα πλάνα για την ευρεία παραγωγή ηλεκτρικών οχημάτων – που τα τελευταία εξαρτώνται σημαντικά από την παραγωγή μπαταριών που προέρχονται από τις μεγάλες συμμαχίες που έχουν συνάψει οι ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες με κινεζικούς κολοσσούς.

Οσον αφορά τις εταιρείες, η Τoyota είναι η φίρμα με τον χαμηλότερο μέσο όρο ρύπων (97,5%) και ακολουθούν η Citroen (με 106,4 γρ./χλμ.) και η Peugeot με 108,2 γρ./χλμ. Παρά τη μεγάλη εμπορική απήχηση που έχουν τα SUV στην Ευρώπη (κατέχουν το 38% επί του συνόλου των πωλήσεων), ο μέσος όρος στις εκπομπές ρύπων διατηρείται σε πολύ υψηλά επίπεδα (131,5 γρ./χλμ.).