Η επόμενη μέρα στον κόσμο της τέχνης φαντάζει το λιγότερο ζοφερή. Σε μια εποχή που η αντίστοιχη αγορά είχε αρχίσει να αναθερμαίνεται μετά τη μεγάλη κρίση που κράτησε ως το 2015, το φρένο στην οικονομία που επεβλήθη λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού εκτιμάται ότι θα έχει οδυνηρές συνέπειες. Η επιστροφή προβληματίζει έντονα τον χώρο των εικαστικών τεχνών.

Μπορεί το παρελθόν να δείξει έναν δρόμο που δεν θα είναι καταστροφικός; Η απάντηση είναι θετική, σύμφωνα με τον επιμελητή εκθέσεων και σύμβουλο τέχνης Τοντ Λεβίν, που δημοσιεύει σχετικό άρθρο στην εξειδικευμένη ιστοσελίδα για θέματα αγοράς τέχνης Artsy. «Η συλλογή έργων τέχνης θεωρείται ως ένδειξη αναγνώρισης της καλλιέργειας, της κοινωνικής του θέσης και της συμμετοχής του ατόμου σε μια ομάδα που μπορεί να ανταποκριθεί σε αγορές υψηλού κόστους. Αν ωστόσο διαχωρίσουμε εντελώς την τέχνη από τον λόγο για τον οποίο δημιουργήθηκε, τέχνη και χρήμα αλλάζουν ρόλους: το χρήμα γίνεται “θεϊκό” με το να μεταφράζεται σε τέχνη και η τέχνη γίνεται κοινότοπη μεταφραζόμενη σε χρήματα. Αυτές τις μέρες, η αναζήτηση του νοήματος μέσω της ομορφιάς και το αντίστροφο είναι ακόμα πιο σημαντική, καθώς κάθε μέρα η μετριότητα και το εμπόριο της τέχνης ολοένα και περισσότερο καταστρέφουν τη ζωή μας».

ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ. «Θα μας βοηθούσε πολύ να θυμηθούμε ότι στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και σε όλη τη δεκαετία του ’80 η πετρελαϊκή κρίση, η επακόλουθη αποβιομηχανοποίηση της Νέας Υόρκης είχαν ως αποτέλεσμα τη βαθιά κοινωνική και οικονομική ύφεση, τεράστια ανεργία και σοβαρή δημοσιονομική κρίση. Η κοινωνική αναταραχή και η αμφισβήτηση είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο. Ακούγεται οικείο; Οσο κι αν μοιάζει ειρωνικό, αυτοί οι ίδιοι παράγοντες δημιούργησαν επίσης ένα περιβάλλον που επέτρεψε στους καλλιτέχνες να συγκεντρωθούν σε συγκεκριμένες γειτονιές όπου τα ενοίκια ήταν φτηνά, γεγονός που τους επέτρεπε να επικεντρωθούν πλήρως στο έργο τους, χωρίς να πρέπει να αναζητήσουν μια δεύτερη δουλειά για να επιβιώσουν. Η φρικτή κάμψη που επηρέασε την οικονομία στο σύνολό της ήταν ιδιαιτέρως θετική για τη δημιουργικότητα μακροπρόθεσμα. Οι τέχνες και ο πολιτισμός στη Νέα Υόρκη άνθησαν καθώς τα μισθώματα ήταν χαμηλά, οι γκαλερί διέθεταν άπλετο χώρο και οι επιμελητές και οι νέοι καλλιτέχνες αλληλεπιδρούσαν χωρίς να απαιτούνται μεγάλα χρηματικά ποσά, ενώ κάποιες φορές απουσίαζαν κι εντελώς. Η μοναδική απαιτούμενη προϋπόθεση για τη συμμετοχή κάποιου στην πολιτιστική ζωή ήταν να είναι εξαιρετικά δημιουργικός. Το αποτέλεσμα ήταν ορδές ταλαντούχων καλλιτεχνών να πλημμυρίσουν τη Νέα Υόρκη την εποχή εκείνη, αυξάνοντας τις πιθανότητες παραγωγής ενδιαφέροντων έργων» είναι το μάθημα που προτείνει ο Λεβίν. Και καταλήγει: «Με το να δημιουργούμε τέχνη, δηλώνουμε ότι πιστεύουμε στη συνέχιση. Μοιραζόμαστε τα συναισθήματα κάποιου για το παρελθόν, προσπαθούμε να περιγράψουμε και να αξιολογήσουμε το παρόν, κάτι που σημαίνει σταθερή πίστη στο μέλλον».