Δύσκολα θα μπορούσε να φανταστεί ένας καταναλωτής πως θα ερχόταν μια μέρα που θα πήγαινε στο σουπερμάρκετ και θα τον πλήρωναν για τα αγαθά που θα ψώνιζε. Κι όμως. Είναι ακριβώς αυτό που συνέβη προχθές στην αμερικανική αγορά πετρελαίου. Οι παραγωγοί έφτασαν στο σημείο να πληρώνουν τους αγοραστές για να διαθέσουν το πετρέλαιό τους κρίνοντας προφανώς οικονομικά πιο ασύμφορη τη διακοπή της παραγωγής και την αναζήτηση χώρων για την αποθήκευση του παραγόμενου προϊόντος.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες συνέβη ό,τι συνέβη επειδή η προσφορά παραμένει υψηλή ενώ η ζήτηση έχει καταρρεύσει εξαιτίας της πανδημίας. Και μολονότι η ελληνική αγορά δεν συνδέεται με την αμερικανική, παρατηρεί κανείς πως η μειωμένη ζήτηση έφερε και στη χώρα μας πτώση των τιμών. Χρειάζονταν όμως οι ακραίες αυτές συνθήκες για να μειωθούν στη χώρα μας οι τιμές των καυσίμων, οι οποίες σημειωτέον είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη; Επρεπε να αλλοιωθεί τόσο η σχέση προσφοράς και ζήτησης για να μειωθεί το κόστος για τον καταναλωτή, ο οποίος επιβαρύνεται με μια υψηλότατη φορολογία;

Η κυβέρνηση οφείλει να λάβει υπόψη της όλες τις στρεβλώσεις της εγχώριας αγοράς και να θέσει τις βάσεις για την ορθολογική λειτουργία της. Οι τιμές των καυσίμων, για τις οποίες πρέπει να τονιστεί πως έχουν μειωθεί σχεδόν παντού, είναι ένα παράδειγμα και μόνο. Η πρόκληση όμως είναι ευρύτερη. Γιατί υγιής λειτουργία της αγοράς σημαίνει υγιής οικονομία.