«Πρέπει ένα περιστατικό να είναι αληθινό για να γίνει αποδεκτό ως αληθινό, ή η πίστη στην αλήθεια ενός περιστατικού το κάνει από μόνη της αληθινό, ακόμα κι αν αυτό που υποτίθεται ότι συνέβη δεν συνέβη;». Με αυτή τη φιλοσοφική διάθεση ξεκινά ο Πολ Όστερ το αφήγημά του «Οι λύκοι του Στάνισλαβ», που δημοσιεύτηκε στο lithub.com και κυκλοφορεί πλέον στο metaixmio.gr, μεταφρασμένο από τη Μαρία Ξυλούρη. Σύμφωνα με τον αμερικανό συγγραφέα, όλα ξεκίνησαν το 2017, όταν ο ίδιος βρέθηκε στο Λβιβ της Ουκρανίας το 2017 για το συνέδριο του PEN. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του πέρασε ένα απόγευμα στο Ιβάνο-Φρανκίβσκ, γενέτειρα του παππού του από την πλευρά του πατέρα του. «Δεν υπήρχε λόγος να πάω εκεί πέραν της περιέργειας, ή αυτού που θα αποκαλούσα θέλγητρο μιας πλαστής νοσταλγίας, καθώς η αλήθεια είναι πως δεν γνώρισα ποτέ τον παππού μου και εξακολουθώ να μην γνωρίζω σχεδόν τίποτα γι’ αυτόν». Αυτό που γνώριζε σίγουρα ήταν οι «επιστρωματώσεις» της ιστορίας στην περιοχή που ορίστηκε ως Αιματοβαμμένες Χώρες της Ευρώπης (κατά τη διατύπωση του ιστορικού Τίμοθι Σνάιντερ). «Μια πόλη πολωνική είχε γίνει πόλη αψβουργική, μια πόλη αψβουργική είχε γίνει πόλη αυστρο-ουγγρική, μια πόλη αυστρο-ουγγρική είχε γίνει πόλη ρωσική στα πρώτα δύο χρόνια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, έπειτα πόλη αυστρο-ουγγρική, έπειτα πόλη ουκρανική για ένα σύντομο διάστημα μετά τον πόλεμο, έπειτα πόλη πολωνική, έπειτα πόλη σοβιετική (από τον Σεπτέμβριο του 1939 έως τον Ιούλιο του 1941), έπειτα πόλη υπό γερμανικό έλεγχο (έως τον Ιούλιο του 1944), έπειτα πόλη σοβιετική, και τώρα, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, πόλη ουκρανική».
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ