Ερημωμένες, βουβές οικίες ιστορικών προσώπων της χώρας μας. Oπως θα δείτε στο σημερινό ρεπορτάζ των «ΝΕΩΝ», στέκουν αναξιοποίητες αλλά και ανεπιμέλητες, κουβαλώντας την ιστορικότητα, το πολιτισμικό τους φορτίο, τη μνήμη και τις συνδηλώσεις των εποχών που αποτυπώνουν.
Ποιητές, πολιτικοί, δημόσια πρόσωπα που σφράγισαν τον τόπο μας έζησαν σε αυτές. Εγραψαν τις δικές τους σελίδες, συνδεόμενοι με την κάθε τοπικότητα. Και τώρα, σε μια εποχή που έχουμε συλλογική ανάγκη την αυτογνωσία, τη μνήμη, τα διδάγματα του παρελθόντος μας, τα σπίτια αυτά θα μπορούσαν να αποτελέσουν πόλους Ιστορίας αλλά και αναστοχασμού. Για το παραπάνω, για μια χρηστή και σύγχρονη αξιοποίηση, απαιτείται βέβαια μια στρατηγική βούληση. Μια πρωτοβουλία που να έχει στο κέντρο της την πολιτιστική πολιτική αλλά με όρους μέλλοντος και όχι αναδίπλωσης σε ένα αγκυλωμένο παρελθόν.
Το σπουδαίο κτιριακό απόθεμα και οι πολλαπλές του όψεις θα πρέπει να προσμετρηθεί ως μια μεταβλητή Ιστορίας και ως ένα στρατηγικό πλεονέκτημα σε μια στιγμή που και λόγω της επετείου των 200 ετών από την Ελληνική Παλιγγενεσία θα κληθούμε συλλογικά να αναψηλαφήσουμε τον πυρήνα της ταυτότητάς μας. Και με πιο συνεκτικό τρόπο να χαράξουμε τη νέα εποχή. Κι αυτό προφανώς δεν είναι ζήτημα και υπόθεση ενός μόνον υπουργείου, μα της σύμπραξης της κοινότητας των ιστορικών, των αρμόδιων φορέων τοπικά και υπερτοπικά, των ειδικών που θα πρέπει να κληθούν να ανασυγκροτήσουν ταυτοτικά τον ερειπωμένο πλούτο. Ας δοθεί το πράσινο φως από την πολιτεία!