Δυσχερώς αμφισβητείται ότι η ελληνική εξωτερική πολιτική έναντι της Τουρκίας, ιδιαιτέρως μετά την τουρκικήν εισβολήν και παράνομον κατοχήν διά των 38.000 τουρκικών στρατευμάτων κατοχής του 38% της Νήσου Κύπρου (1974) εχαρακτηρίζετο από 1) πλημμελείς αναγνώσεις των προθέσεων της γείτονος τύπου Βραβείων Ιπεκτσί, 2) αρρενωπών κορδάκων (ζεϊμπέκικων) & παρανυμφιών (κουμπαριών), 3) περιφρόνησιν της Γεωπολιτικής αναλύσεως και πρόταξιν αυτιστικών επιθυμιών περί «Ελληνο-τουρκικής φιλίας» με αποτέλεσμα την υποβάθμισιν της συνεπούς και ορθολογικής πολιτικής εξοπλισμών της χώρας, 4) εναπόθεσιν της θωρακίσεώς μας εις το ΝΑΤΟ και εις την «έξωθεν σωτήριον παρέμβασιν» των ΗΠΑ, 5) εθελοτυφλίαν, αναφορικώς με την γεωστρατηγικήν πραγματικότητα την διαμορφουμένην έκτοτε εις την Μεσόγειον, 6) παντελή αποφυγήν θεσμίσεως Οργάνων και Μηχανισμών στρατηγικού σχεδιασμού, όπως π.χ. ένα πραγματικόν Συμβούλιον Εθνικής Ασφαλείας, 7) προσφοράν κάθε είδους υπηρεσίας εις το ΝΑΤΟ άνευ οιουδήποτε θεμιτού ανταλλάγματος (Θυμίζω: i) Α’ και ii) Β’ Πόλεμος [1991 και 2003] του Κόλπου, iii) διαμελισμός της Γιουγκοσλαυΐας [1999], «θερμή ανατροπή» κανταφικού καθεστώτος της Λιβύης [2011], Συμφωνία των Πρεσπών [2018]), 8) ασυγγνώστους υποχωρήσεις των Αθηνών προς την γείτονα (Ιμια [1996], Κοινόν ανακοινωθεν της Μαδρίτης [1997], Ελσίνκι [1999]).
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ