Ματαίως περίμεναν οι καλοπροαίρετοι πολίτες μια πραγματική ανάληψη ευθύνης. Μια παραίτηση δηλαδή, αυθόρμητη ή άνωθεν επιβεβλημένη, και μια συγγνώμη, όχι προς τον αρχηγό, αλλά προς τον ελληνικό λαό. Μια αναγνώριση ότι τα όσα αποκαλύφθηκαν αυτή την εβδομάδα συνιστούν ύβρη όχι μόνο προς την αισθητική και την ηθική, αλλά κυρίως προς τους θεσμούς, το πολιτικό σύστημα και την ίδια τη δημοκρατία. Μια ειλικρινή αυτοκριτική.
Και ήταν μάταιη αυτή η προσδοκία γιατί η ασέβεια και το πολιτικό θράσος δεν χαρακτηρίζουν μόνον έναν πρώην υπουργό, ή έστω κάποια λίγα στελέχη, του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ξεκινούν από την κορυφή. «Νομιμοποιούνται» από τον ηγέτη. Δεν πείθει λοιπόν η έκφραση δυσαρέσκειας του «αυστηρού» προέδρου προς τον «αυθάδη» συνεργάτη του σε ένα Πολιτικό Συμβούλιο. Ο Νίκος Παππάς δεν έκανε του κεφαλιού του. Ενιαίο ήταν το «μαγαζί».
Και ενιαία πολιτευόταν, από τις συγκεντρώσεις των Αγανακτισμένων μέχρι την προσπάθεια εμπλοκής των πολιτικών του αντιπάλων στο σκάνδαλο Novartis: με εκδικητικότητα, με αλαζονεία και με πολιτικό ερασιτεχνισμό. Οι λίγες φωνές που υποστήριζαν την αξιοκρατία και ζητούσαν μεταρρυθμίσεις πνίγονταν από τον θόρυβο του ανεμιστήρα που πετούσε λάσπη δεξιά και αριστερά.
Η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν έτσι μόνο εκλογική. Αυτό που ηττήθηκε πριν από έναν χρόνο ήταν μια αντίληψη της πολιτικής. Μια αντίληψη με βάση την οποία οι «δικοί μας» άνθρωποι, είτε είναι πολιτικοί είτε δικαστές, επιχειρηματίες ή δημοσιογράφοι, όχι μόνο είναι υπεράνω των ανεξάρτητων Αρχών, αλλά δικαιούνται να διεισδύσουν σε αυτές, να τις υπονομεύσουν και να τις διαβρώσουν. Οσο το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν καταβάλλει προσπάθειες να απαλλαγεί από αυτή την αντίληψη και να ακολουθήσει τους κανόνες της σύγχρονης ευρωπαϊκής δημοκρατίας, τόσο θα οδηγείται προς το πολιτικό περιθώριο από το οποίο ξεκίνησε.
Κι αυτό δεν είναι καλό ούτε για την κυβέρνηση, που έχει ανάγκη από έλεγχο, ούτε για τον τόπο, που έχει ανάγκη από πολιτικό πλουραλισμό.