Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υποσχέθηκε στους ψηφοφόρους του να προσδώσει στη χώρα τους την παλιά οθωμανική της δόξα. Και φρονεί πως υλοποίησε την υπόσχεσή του μετατρέποντας την Αγία Σοφία από μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς σε τζαμί παρά τις προειδοποιήσεις της διεθνούς κοινότητας.
Εκείνο που φαίνεται να αγνοεί ωστόσο είναι ότι με τη συγκεκριμένη του απόφαση – η οποία πιθανότατα προσέθεσε μερικούς δημοσκοπικούς πόντους στη χαμηλή σε σύγκριση με το παρελθόν δημοτικότητά του εξαιτίας των αυξανόμενων προβλημάτων στην τουρκική οικονομία – οδηγεί την Τουρκία σε επικίνδυνες ατραπούς.
Επιβαρύνει τις ήδη τεταμένες, εξαιτίας της διαρκώς κλιμακούμενης τουρκικής προκλητικότητας στην Ανατολική Μεσόγειο, σχέσεις της με την ΕΕ. Οι ευρωπαίοι υπουργοί εξωτερικών, για παράδειγμα, συνεδριάζουν σήμερα στις Βρυξέλλες με κύριο θέμα στην ημερήσια διάταξη τη συνολική προσέγγιση της Ενωσης απέναντι στην Τουρκία.
Η κίνηση του τούρκου ηγέτη, όμως, έχει προκαλέσει θυμό στο σύνολο των χριστιανικών κοινοτήτων ανά την υφήλιο. Και στη Ρωσία – στη συνεργασία της οποίας εκείνος προσβλέπει για μια σειρά από ζητήματα. Αλλά και στις ΗΠΑ, έστω κι ελεγχόμενα. Πλέον, σχεδόν ολόκληρος ο πλανήτης αντιμετωπίζει το τουρκικό κράτος σαν ένα που έχει παραβιάσει κατάφωρα όλους τους κανόνες που εξασφαλίζουν τη διαθρησκευτική ισορροπία.
Παράλληλα, έχει θέσει σε κίνδυνο και τις σχέσεις της χώρας του με την UNESCO, αφού μια επανεξέταση του καθεστώτος της Αγίας Σοφίας ως μνημείου παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς μετά τη μετατροπή της σε τζαμί – που αναγγέλθηκε από τον διεθνή οργανισμό – θα μπορούσε να έχει ιδιαίτερα άσχημη επίπτωση τόσο στον τουρισμό της, που ήδη πλήττεται από τον Covid-19, όσο και στη διεθνή της εικόνα.
Η Αγκυρα, επομένως, ανοίγοντας τόσα μέτωπα ταυτόχρονα καταλήγει να ρισκάρει σοβαρά τη θέση της ως ενός σημαντικού περιφερειακού παίκτη στην παγκόσμια διπλωματική σκακιέρα. Το όνειρο του Ερντογάν ενδέχεται να γίνει ο εφιάλτης της Τουρκίας.