Αύριο οι ευρωπαίοι ηγέτες θα συναντηθούν στις Βρυξέλλες προκειμένου να διαπραγματευτούν το Ταμείο Ανάκαμψης και τον επταετή ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. Η Σύνοδος Κορυφής είναι τόσο κρίσιμη όσο κι εκείνες που κρατούσαν μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες στα χρόνια της ελληνικής κρίσης χρέους. Ισως μάλιστα το διακύβευμα είναι ακόμη μεγαλύτερο, αφού η τωρινή κρίση δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστο κανένα κράτος-μέλος. Τα χτύπησε όλα, άρα τα αφορά όλα.
Οι σοκαριστικές προβλέψεις για την οικονομία της Ευρώπης δεν αφήνουν περιθώρια για εφησυχασμό. Ούτε για κοντόφθαλμες εθνικές στρατηγικές σαν εκείνες που ακολουθούν οι τέσσερις φειδωλές χώρες, η Αυστρία, η Ολλανδία, η Σουηδία και η Δανία. Μόλις πριν από δέκα μέρες ο ιταλός επίτροπος Οικονομικών, Πάολο Τζεντιλόνι, παρουσίασε τις καλοκαιρινές προβλέψεις της Κομισιόν, σύμφωνα με τις οποίες η οικονομία της ευρωζώνης θα υποχωρήσει φέτος κατά 8,7%, ενώ το 2021 θα ανακάμψει με ρυθμό 6,1%. Η Επιτροπή, δηλαδή, αναθεώρησε προς το χειρότερο τις προοπτικές της ευρωπαϊκής οικονομίας αναγνωρίζοντας πως οι επιπτώσεις του COVID-19 θα είναι μεγαλύτερες από εκείνες που υπολόγιζε τον Μάιο. Και είναι κοινό μυστικό ότι σε ορισμένες χώρες τα πράγματα θα χειροτερέψουν από τον Σεπτέμβριο.
Η ΕΕ έχει ήδη κάνει ένα σημαντικό βήμα προς τα εμπρός αφού όλα τα μέλη της αναγνωρίζουν πλέον την ανάγκη αμοιβαιοποίησης των χρεών. Τώρα οφείλει να κάνει επιτέλους και το άλμα. Να συμφωνήσει πριν από το τέλος του καλοκαιριού τον τρόπο με τον οποίο θα κατορθώσει να φέρει πίσω την κανονικότητα. Μια κανονικότητα όμως διαφορετική, χωρίς διαχωρισμούς μεταξύ Βορρά και Νότου.
Η Ελλάδα για πρώτη φορά πηγαίνει σε μια διαπραγμάτευση έχοντας ένα δικό της προσχέδιο προγράμματος μεταρρυθμίσεων. Αν λοιπόν ο άλλοτε κακός μαθητής έρχεται επιμελώς μελετημένος, τότε κι όλοι οι υπόλοιποι μπορούν να ξεπεράσουν τις μαθησιακές δυσκολίες που τους προκαλεί το κεφάλαιο «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη».