Μένουν ογδόντα χρόνια μέχρι το 2100. Ανθρωποι που γεννιούνται αυτές τις μέρες μπορεί να είναι ακόμα ζωντανοί και να το δουν να συμβαίνει με τα μάτια τους: σύμφωνα με τις προβλέψεις της Υπηρεσίας Οικονομικών και Κοινωνικών Υποθέσεων του ΟΗΕ, ο πληθυσμός της Ελλάδας ως τότε θα έχει πέσει στο μισό. Δεν θα είμαστε λίγοι πια, αλλά ελάχιστοι.
Το δημογραφικό είναι ένα από αυτά τα προβλήματα που δεν διορθώνεται όταν αλλάξει μια κυβέρνηση, απαιτεί διακομματική συναίνεση, δομικές παρεμβάσεις και κίνητρα. Τα νεαρά ζευγάρια της προηγούμενης δεκαετίας έζησαν μια οικονομική κρίση με την απειλή της απόλυσης ή είδαν τους μισθούς τους να χαμηλώνουν. Σήμερα αρνούνται να κάνουν παιδιά πιστεύοντας πως δεν μπορούν να τους προσφέρουν τις στοιχειώδεις ανέσεις που τους πρόσφεραν οι δικοί τους γονείς. Οι γυναίκες που εργάζονται φοβούνται ότι (επί της ουσίας, αν όχι στα χαρτιά) θα χάσουν την καριέρα τους όταν γίνουν μητέρες. Οι επιχειρήσεις, άλλωστε, τις ρωτούν αν σκοπεύουν να κάνουν σύντομα οικογένεια πριν τις προσλάβουν: η απάντηση, εφόσον έχουν πραγματικά ανάγκη τη δουλειά, πρέπει να είναι συγκεκριμένη.
Μετά την πρώτη φάση της πανδημίας, με μια νέα οικονομική κρίση στο κατώφλι, τα δύο παιδιά συνεχίζουν να είναι πολυτέλεια. Η έρευνα, όμως, φωτίζει τον δρόμο για το μέλλον. Οι χώρες που εφαρμόζουν ή θα εφαρμόσουν φιλελεύθερες μεταναστευτικές πολιτικές, που θα στηρίξουν τα διάφορα είδη οικογένειας και θα προστατεύσουν τις μητέρες θα κερδίσουν τη δημογραφική μάχη. Για την Ελλάδα, όλα αυτά αποτελούν μια μεγάλη πρόκληση. Το δημογραφικό μπορεί να ανοίξει νέες συζητήσεις για την ελληνική ταυτότητα, την ενσωμάτωση των μεταναστών και για την ισότητα των φύλων. Η μάχη με τον χρόνο υπερβαίνει ακόμα και τις διαμαρτυρίες όσων έχουν μια πεπερασμένη εικόνα για το προφίλ του σύγχρονου Ελληνα.
Αν ο ΟΗΕ έχει δίκιο, μετράμε ήδη αντίστροφα. Εχουμε, όμως, ακόμα χρόνο στη διάθεσή μας.