Το πακέτο των 32 δισ. ευρώ δεν είναι ένα συλλογικό βοήθημα σε μια έκτακτη συνθήκη για τη χώρα μας. Περισσότερο από ασπίδα κοινωνικής συνοχής είναι η τελευταία μεγάλη ευκαιρία για την Ελλάδα να μείνει στο τρένο της ομαλής κανονικότητας, αλλά και να διαμορφώσει το αναγκαίο αναπτυξιακό πλαίσιο για το μέλλον. Και έτσι θα πρέπει να «διαβαστεί» από την κυβέρνηση που σωστά, με απόφαση του Πρωθυπουργού, συγκρότησε task force για την καλύτερη εξειδίκευση και διαμοιρασμό του πακέτου στην ελληνική οικονομία.
Και εδώ θα πρέπει να δοθεί βάση σε δύο παραμέτρους: η ελληνική οικονομία για να αναταχθεί απαιτεί μεταρρυθμίσεις και προσέλκυση επενδύσεων. Η τόνωση της ζήτησης, η μέριμνα για τους ευάλωτους πολίτες και τους κλάδους που έχουν πληγεί τις ημέρες τούτες είναι επίσης μια διάσταση που οφείλουμε να λάβουμε υπόψη κεντρικά, ώστε και το πακέτο να πιάσει τόπο και η χώρα να μη χάσει το τρένο των εξελίξεων και των ευκαιριών.
Τα προηγούμενα χρόνια με κόπους και θυσίες η Ελλάδα έμεινε στον σκληρό ευρωπαϊκό πυρήνα, διατήρησε το δημοκρατικό της κεκτημένο, τη δημοσιονομική της πειθαρχία και τη σύγκλιση με τις άλλες οικονομίες. Πλέον κάθε έλληνας πολίτης έχει την εμπειρία και ξέρει τι θα γινόταν σε μια διαφορετική περίπτωση. Το Ταμείο Ανάκαμψης – το οποίο είναι μια επιπλέον εξέλιξη που σφυρηλατεί την αρχιτεκτονική της ΕΕ, ακόμη και σε τούτη την επώδυνη δοκιμασία – είναι μια καλή ευκαιρία για όλους. Γι’ αυτό οι πολιτικοί χειρισμοί θα πρέπει να είναι προσεκτικοί και αποτελεσματικοί.